Σχολικες ικανότητες

Παλιότερα τους χαρακτήριζαν κακούς μαθητές και τους αποτέλειωναν λέγοντας «δεν τα παίρνει τα γράμματα». Σήμερα ξέρουμε ότι τα παιδιά που δυσκολεύονται στο σχολείο ή έχουν προβλήματα στην εκφορά του προφορικού και γραπτού λόγου μπορούν να είναι «καλοί μαθητές» με τη βοήθεια της λογοθεραπείας. 

Προσχολική ετοιμότητα

Η προσχολική ετοιμότητα (η οποία μπορεί επίσης να ονομαστεί ετοιμότητα νηπιαγωγείου) αναφέρεται στην ετοιμότητα του παιδιού να κάνει μια ομαλή και επιτυχημένη μετάβαση και ενσωμάτωση στο προσχολικό περιβάλλον (παιδικός σταθμός, νηπιαγωγείο) στις συνήθειες και τις προσδοκίες του. Το παιδί θα πρέπει να είναι να έχει αναπτύξει την κοινωνικότητά του, τις πρώτες γλωσσικές και επικοινωνιακές του δεξιότητές, το παιχνίδι, τις ικανότητες φυσικής και σωματικής αυτοεξυπηρέτησης. Οι παραπάνω δεξιότητες όταν είναι κατεκτημένες καθιστούν την προσχολική μάθηση πιο εύκολη τόσο για τους εκπαιδευτικούς όσο και για τα παιδιά. Τα παιδιά συνεχίζουν να βελτιώνονται χωρίς δυσκολίες στους τομείς της κοινωνικής αλληλεπίδρασης, της ψυχοσυναισθηματικής ανάπτυξης του παιχνιδιού, της γλώσσας, των φυσικών δεξιοτήτων, των προμαθηματικών εννοιών.

Βασικοί τομείς προσχολικής ετοιμότητας:
Aυτορρύθμιση: Η ικανότητα απόκτησης, διατήρησης και αλλαγής συναισθημάτων, συμπεριφοράς, προσοχής και επιπέδου δραστηριότητας κατάλληλων για μια εργασία ή μια κατάσταση.
    Αισθητηριακή επεξεργασία: Οι αισθήσεις που λαμβάνει το ίδιο μας το σώμα από το περιβάλλον οργανώνονται αποτελεσματικά στον εγκέφαλό μας.
    Δεκτική γλώσσα (κατανόηση): Κατανόηση της ομιλούμενης γλώσσας (λεξιλόγιο, οδηγίες, ερωτήσεις, έννοιες) για ομαδικές οδηγίες καθώς και αλληλεπίδραση μεταξύ ατόμων
    Εκφραστική γλώσσα (χρησιμοποιώντας τη γλώσσα): Διατυπώνοντας προτάσεις κατάλληλες της ηλικίας του παιδιού ώστε να μπορεί να γίνει αντιληπτό από τους συνομιλητές του.
    Άρθρωση: Η ικανότητα να προφέρεται σαφώς μεμονωμένοι ήχοι με λέξεις και προτάσεις.
    Συναισθηματική ανάπτυξη. Η ικανότητα παραγωγής φυσιολογικών συναισθημάτων ανάλογα με την κοινωνική περίσταση. Αλλά και η ικανότητα να γίνονται αντιληπτά τα συναισθήματα των συνανθρώπων μας.
Κοινωνικές δεξιότητες: Η ικανότητα αλληλεπίδρασης με τους συνανθρώπους μας (είτε προφορικά είτε μη προφορικά), τηρώντας τους άτυπους κοινωνικούς κανόνες.
    Προγραμματισμός και αλληλούχια : Η ικανότητα να φέρουμε εις πέρας αποτελεσματικά μια εργασία πολλαπλών και διαδοχικών σταδίων

Σχολική ετοιμότητα

Η σχολική ετοιμότητα είναι η συνολική ωριμότητα που διαθέτει ένα παιδί (σωματική, πνευματική- γνωστική- συναισθηματική-κοινωνική) και ορίζει αν είναι έτοιμο το παιδί για να πάει πρώτη δημοτικού. Η πρώτη δημοτικού αποτελεί θεμέλιο λίθο για την γενικότερη μαθησιακή εξέλιξη κάθε παιδιού. Εκτός από την κατάλληλη ηλικία το παιδί πρέπει να έχει αποκτήσει συγκεκριμένες δεξιότητες και γνώσεις έτσι ώστε να είναι σε θέση να αναπτύξει νέες δεξιότητες και γνώσεις. Αυτό είναι και η σχολική ετοιμότητα!
Βασικά κομμάτια δεξιοτήτων που θα πρέπει να έχει κατακτήσει το παιδί κατά την είσοδο του στην πρώτη δημοτικού:
– Το παιδί θα πρέπει να έχει την ικανότητα να λειτουργήσει κοινωνικά στο σχολείο και να συμμετάσχει σε κοινές δραστηριότητες.
–Να έχει έντονο ενδιαφέρον για μάθηση.
– Να έχει καλή ικανότητα επαφής και προσαρμογής.
– Να ακολουθεί όρια και κανόνες.
– Να έχει ικανότητα να σκέφτεται πάνω σε προβλήματα που προκύπτουν και να βρίσκει μόνο του λύσεις γι αυτά.
– Να  συνεργάζεται με άλλα παιδιά σε ομαδικές εργασίες και παιχνίδια.
– Να αρθρώνει σωστά όλους τους ήχους της γλώσσας μας.
– Να έχει άρτια φωνολογία, μορφολογία, σύνταξη, σημασιολογία και πραγματολογία. Να έχει πλούσιο λεξιλόγιο, να χρησιμοποιεί σωστά τους συντακτικούς και γραμματικούς κανόνες όταν μιλά και να έχει σωστή φωνολογική ενημερότητα.
– Να είναι σε καλό επίπεδο η περιγραφική και αφηγηματική ικανότητα. Να μπορεί να εκφράζεται κατανοητά, να μπορεί να μεταφέρει πληροφορίες που είδε άκουσε και έζησε, με σωστά δομημένο λόγο έχοντας αρχή μέση και τέλος σε αυτό που λέει.
– Να έχει επαρκώς αναπτυγμένη την κριτική του ικανότητα.
– Να αναγνωρίζει τα γράμματα, και να αντιστοιχεί σωστά φώνημα με γράφημα.
– Να μπορεί να συντονίζει το μάτι με το χέρι του, γράφοντας με σωστή φορά τα γράμματα.
– Να διατηρεί σωστή λαβή στο μολύβι και να χειρίζεται με επιδεξιότητα εργαλεία (π.χ. ψαλίδι).
– Να συνδέει ήχους με συλλαβές.
– Να μπορεί να αποστηθίσει πχ ποιήματα.
– Να αυτοεξυπηρετείται, να τρώει, να ντύνεται, να πλένεται και να χρησιμοποιεί την τουαλέτα μόνο του.
– Να ακολουθεί σύνθετες οδηγίες.
– Να έχει καλή μνήμη και ικανότητα συγκέντρωσης.
– Να παρακολουθεί δραστηριότητες που κάνουν οι άλλοι.
– Να ακούει προσεκτικά μια δραστηριότητα με διάρκεια.
– Να αντιγράφει και να να σχεδιάζει.
– Να χρωματίζει σε πλαίσιο.
– Να είναι προσανατολισμένο χωροχρονικά. Να γνωρίζει εποχές, ημέρες, μήνες, χρονική διάρκεια (πρωί, μεσημέρι, απόγευμα, βράδυ).
– Να γνωρίζει σχήματα, χρώματα.
– Να γνωρίζει βασικές αντίθετες έννοιες.
– Να ξεχωρίζει δεξί – αριστερό.
– Να ξεχωρίζει κατηγορίες / ζώων, φρούτων, λαχανικών, γλυκές αλμυρές γεύσεις κλπ.
– Να ξεχωρίζει από τι υλικό αποτελείται κάθε αντικείμενο (πλαστικό, χαρτί, σίδερο κ.λ.π).
– Να έχει την αντίληψη περιεχομένου, μεγεθών, μορφών και ποσοτήτων.
– Να έχει καλή ακουστική και οπτική μνήμη.
– Να  χρησιμοποιεί ψαλίδι σωστά.
– Να κινείται με σιγουριά και με αυξανόμενο έλεγχο και συντονισμό.
– Να έχει καλή οπτική αντίληψη.
Αν κάποιο παιδί δεν έχει κατακτήσει πολύ μικρό μέρος των παραπάνω δεξιοτήτων δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να προχωρήσει στην πρώτη δημοτικού, αλλά καλό θα ήταν να αξιολογηθεί πρώτα από έναν ειδικό.
Αν στερείται των περισσοτέρων απ’ αυτά τότε πιθανότατα δεν θα μπορεί να ανταποκριθεί στις σχολικές του υποχρεώσεις και η σχολική του επίδοση θα είναι χαμηλή. Έτσι θα δημιουργήσει χαμηλή αυτοεκτίμηση, μαθησιακές δυσκολίες και είναι πιθανόν να παρουσιάσει άρνηση για το σχολείο, απείθαρχη συμπεριφορά ή και ψυχοσωματικά προβλήματα.
Σε περίπτωση που εντοπίσουμε έγκαιρα τις αδυναμίες ενός παιδιού, ότι δηλαδή δεν έχει σχολική ετοιμότητα, τότε ξεκινά θεραπευτικό πρόγραμμα για να καλύψει τις δυσκολίες του και να ενταχθεί ομαλά στην πρώτη δημοτικού.

Ανάγνωση

Με τον όρο ανάγνωση αναφερόμαστε σε μια λειτουργία, δεξιότητα ή αξία (ή όπως αλλιώς μπορεί να προσδιοριστεί), η οποία αφενός μεν δεν έχει ακόμα πλήρως κατανοηθεί, αφετέρου δε έχει σημαντικές επιπτώσεις στην εκπαιδευτική, κοινωνική, εργασιακή και οικονομική ένταξη, αλλά και ψυχολογική κατάσταση του ατόμου και, επιπλέον, προσδιορίζει, ως  ένα βαθμό, και το μορφωτικό και πολιτιστικό επίπεδο ενός κοινωνικού συνόλου. Η ανάγνωση είναι μια διαδικασία επεξεργασίας των πληροφοριών που συνθέτουν τον γραπτό λόγο και συνεπώς, η κατανόηση αυτής της διαδικασίας αποτελεί την κυριότερη, τη δυσκολότερη, αλλά και την ασφαλέστερη προσέγγιση για την ερμηνεία των αποτελεσμάτων της. Αν θα θέλαμε πάντως να δώσουμε κάποιον ορισμό θα λέγαμε πως η ανάγνωση είναι μια διαδικασία μετατροπής των γραπτών συμβόλων σε φωνολογικό κώδικα, με βάση τον οποίο καθίσταται δυνατή η πρόσβαση στη σημασιολογική μνήμη για την κατανόηση της σημασίας της λέξης. Ταυτόχρονα όμως μπορεί να είναι και μια λειτουργία άμεσης ανάσυρσης της έννοιας (που αναπαριστάνει ο γραπτός κώδικας), χωρίς τη μεσολάβηση της φωνολογικής μετάφρασης.Εκτός όμως από γνωστική λειτουργία η οποία έχει ένα συγκεκριμένο αποτέλεσμα, η ανάγνωση αποτελεί σήμερα τον κυριότερο τρόπο μάθησης και απόκτησης γνώσεων.
Το παιδί που αντιμετωπίζει δυσκολίες στην αναγνωστική του ικανότητα εμφανίζει τα εξής χαρακτηριστικά, τα οποία παρουσιάζονται κυρίως στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού (μέχρι και τη Β΄ Δημοτικού):
-Παρουσιάζει δυσκολίες στην ανάγνωση πολυσύλλαβων λέξεων.
-Παρουσιάζει δυσκολίες σε λέξεις που βλέπει για πρώτη φορά.
-Δεν ολοκληρώνει την ανάγνωση σε ικανό χρόνο.
-Αγνοεί τα σημεία στίξης.
-Προσθέτει επιπρόσθετους φθόγγους ή συλλαβές στις λέξεις που διαβάζει.
-Παραλείπει ή επαναλαμβάνει τις μικρές λέξεις του κειμένου.
-Ακολουθεί την καθρεφτική ανάγνωση μονοσύλλαβων λέξεων(π.χ. αν-να).
-Δεν μπορεί να βρει την κεντρική ιδέα του κειμένου που διαβάζει και να την αποδώσει προφορικά ή γραπτά.
-Κομπιάζει την ώρα της ανάγνωσης.
-Χάνει τη σειρά του κειμένου, ακόμα και αν την ακολουθεί με τον δείχτη του δαχτύλου.
-Διαβάζει λάθος τις λέξεις, χωρίς ο ίδιος να το καταλαβαίνει.
-Δεν τονίζει σωστά.
-Δεν προφέρει σωστά τα φωνήεντα και τα συμπλέγματα συμφώνων μέσα στις λέξεις (π.χ, χόνω αντί χάνω και βέπω αντί βλέπω).
-Παρουσιάζει δυσκολίες στην αποκωδικοποίηση των ήχων, κυρίως των δίψηφων συμφώνων (π.χ. στ-τσ-τζ).
-Αντικαθιστά λέξεις που ξεκινούν με το ίδιο γράμμα ή έχουν την ίδια κατάληξη (π.χ. πόδι αντί παιδί ή χαρίζω αντί χωρίζω).

Γραφή

H γραφή είναι η αναπαράσταση της γλώσσας με την τέχνη του κειμένου και μέσα από την χρήση ενός συνόλου σημείων ή συμβόλων.
Τα συχνότερα λάθη των όσον αφορά τη γραφή και την ορθογραφία είναι τα εξής:
– Παραλείπουν γράμματα (π.χ.μλο αντί μήλο)
– Παραλείπουν συλλαβές, ειδικά σε πολυσύλλαβες λέξεις π.χ. παθυρο αντί παράθυρο
– Δεν χρησιμοποιούν κεφαλαία, ακόμα και στην αρχή της πρότασης, ή βάζουν κεφαλαίο εκεί που δεν χρειάζεται.
– Προσθέτουν συλλαβές ή γράμματα στις λέξεις
– Δεν αφήνουν κενό ανάμεσα στις λέξεις- γράφουν κολλητά τις λέξεις
– Ξεχνούν να τονίσουν και να βάλουν τελεία.
– Μπερδεύουν γράμματα που μοιάζουν ακουστικά π.χ. γ-χ, β-φ, θ-δ
– Κάνουν πολλά ορθογραφικά λάθη, ακόμα και σε λέξεις που μόλις έχουν διδαχτεί
– Όταν γράφουν δεν σκέφτονται καθόλου τους κανόνες ορθογραφίας
– Οι προτάσεις τους δεν έχουν καλή δομή, συχνά δεν βγάζουν νόημα, γιατί λείπει το υποκείμενο ή το ρήμα
– Όταν γράφουν έκθεση: Γράφουν πολύ σύντομο κείμενο, συχνά βγαίνουν εκτός θέματος, οι προτάσεις τους είναι ελλιπείς, ο λόγος λιτός, χωρίς χρήση επιθέτων και σημείων στίξης.
– Γράφουν “άσχημα” γράμματα, συχνά δυσανάγνωστα
Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες συνήθως έχουν σχέση μίσους με τη γραφή, παρουσιάζουν άρνηση να γράψουν, κρύβουν ή ξεχνούν ή αναβάλλουν να κάνουν τις ασκήσεις τους. Χρειάζονται βοήθεια ανάλογα με τις δυσκολίες τους, ιδανικά από ειδικό θεραπευτή που θα φτιάξει εξατομικευμένο πρόγραμμα παρέμβασης και αντιμετώπισης των δυσκολιών του κάθε παιδιού, με πολυαισθητηριακή εκπαιδευτική προσέγγιση. Επίσης είναι σημαντικό η παροχή βοήθειας να υπάρχει αμέσως μόλις αντιληφθούν την δυσκολία, ώστε να μην μεγαλώνουν τα μαθησιακά κενά και οι δυσκολίες στο παιδί.

Γραμματική

Η γραμματική στον γραπτό λόγο αποτελείται από την σύνταξη και την μορφολογία.

Η σύνταξη αναφέρεται στους κανόνες με τους οποίους οι λέξεις οργανώνονται σε μια συγκεκριμένη σειρά ώστε να δημιουργηθούν κατανοητές προτάσεις. Η συντακτική ανάπτυξη των παιδιών περνάει από 4 στάδια:
Η μορφολογία αναφέρεται στους γραμματικούς κανόνες που διέπουν τη χρήση των λέξεων μέσα σε προτάσεις, φράσεις, κείμενα.
Πολλά παιδιά παρουσιάζουν τα παρακάτω λάθη σε επίπεδο σύνταξης και μορφολογίας:

-Ορθογραφικά λάθη τόσο στο θέμα όσο και στην κατάληξη των λέξεων
-Τηλεγραφικός λόγος ( Πολλά παιδιά έχουν φτωχή σύνταξη σταθερά όσο αναπτύσσονται, από τη νηπιακή ηλικία έως το δημοτικό ή γυμνάσιο, παραλείποντας βασικά μέρη του λόγου στις προτάσεις τους, συγχέοντας τη σειρά των μερών του λόγου μέσα στην πρόταση, μιλώντας σχεδόν τηλεγραφικά)
-Ομαλοποίηση : λανθασμένη και γενικευμένη χρήση ενός κανόνα (πχ: «έπια» αντί «ήπια», «κάβει» αντί «καίει», «κεράζει» αντί «κερνάει»,
-Υπέρ-γενίκευση: όταν ένα συχνό σε χρήση μόρφημα επεκτείνεται και σε άλλες λέξεις (πχ: «αγχίζω» αντί «αγχώνομαι», «τρεχίζω» αντί «τρέχω», «γραφίζω» αντί «γράφω»)
-Απουσία μορφημάτων ή λανθασμένη μορφολογική κατάτμηση ( τα παιδιά χωρίζουν τις λέξεις μεταξύ τους σε λάθος σημείο πχ : «χάριστομου» αντί για «χάρισέ μου το», «κοίτατονα» αντί για «κοίτα αυτόν», «πόσι λένε» αντί «για πως τη λένε» )
-Ακατάλληλες καταλήξεις ή άρθρα ( τα παιδιά μπερδεύουν τα άρθρα και τις καταλήξεις των λέξεων σε διαφορετικό αριθμό, γένος και πτώση πχ: «o λύκο» αντί για «ο λύκος», «ένα κούκλα» αντί για «μια κούκλα», «των παιχτες» αντί για «των παιχτών», «ήπια το χυμούς» αντί για «ήπια τους χυμούς», «δώσε μου τα κούκλες» αντί για «δώσε μου τις κούκλες», «πολλές κούρασες» ως πληθυντικό της κούρασης, «θα κάνω πολλά κάτια» ως πληθυντικό του κάτι κ.α.
-Λανθασμένος σχηματισμός παθητικής φωνής (πχ «σπάστηκε η καρέκλα» αντί για «έσπασε η καρέκλα», «δεν ανοίγεται η πόρτα» αντί για «δεν ανοίγει η πόρτα»)
-Υπέρ-χρήση της παρατακτικής σύνδεσης (σύνδεση όλων των προτάσεων με ένα μονότονο «και») ή της υποτακτικής σύνδεσης (σύνδεση όλων των προτάσεων με ένα μονότονο «να» )
-Λάθη στην χρήση των χρόνων και την ρηματική όψη( πχ: λάθη στη χρήση ρημάτων όπως «θα κοιτάξω- θα κοιτάζω», «κοίταξα-κοίταζα») , λάθη στη χρήση του οριστικού/αόριστου άρθρου.