Διαγνώσεις

Ειδική Γλωσσική Διαταραχή

Τα παιδιά γεννιούνται με τη φυσική προδιάθεση να αποκτήσουν τη μητρική τους γλώσσα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.

Μερικά παιδιά όμως δυσκολεύονται να ενεργοποιήσουν τους μηχανισμούς αυτούς που θα τους βοηθήσουν στην κατάκτηση της γλώσσας, αν και δεν υπάρχει εμφανής νευρολογική δυσλειτουργία ή οργανική βλάβη που να δικαιολογεί αυτήν τη διαταραχή λόγου. Έτσι δε μιλούν καθόλου σε ηλικία που οι συνομήλικοί τους επικοινωνούν με προτάσεις ή χρησιμοποιούν γλώσσα ή άρθρωση που ταιριάζει σε παιδιά  μικρότερης ηλικίας.

Τα παιδιά αυτά παρουσιάζουν Ειδική Γλωσσική Διαταραχή (ΕΓΔ) που εκφράζεται μέσα από ποικίλες διαταραχές λόγου και ομιλίας ανάλογα με την ηλικία τους και το βαθμό της δυσκολίας τους.

Ένα πρωταρχικό χαρακτηριστικό είναι ότι τα παιδιά με ΕΓΔ μπορεί να μην εκφέρουν καμιά λέξη μέχρι την ηλικία των 2 χρόνων. Στην ηλικία των 3 χρόνων μπορεί να αρχίσουν να μιλούν, αλλά να μη γίνονται κατανοητά στους άλλους, ενώ οι απαντήσεις τους ίσως να είναι συχνά εκτός θέματος.

Επίσης, τα παιδιά με ΕΓΔ δυσκολεύονται στην κατανόηση και στη χρήση των σωστών λέξεων σε προτάσεις. Αδυνατούν δηλαδή όχι μόνο να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους αλλά και να κατανοήσουν τους άλλους. Ακόμη δυσκολεύονται στην εκμάθηση καινούριων λέξεων και έχουν περιορισμένο λεξιλόγιο. Επιπλέον, αντικαθιστούν λέξεις (πχ. λένε καρέκλα αντί για τραπέζι), υπεργενικεύουν λέξεις (πχ. λένε ζωάκι αντί αλεπού) και δυσκολεύονται να κατονομάσουν αντικείμενα.

Εκτός από την καθυστέρηση στο λόγο, παρατηρούνται και λάθη στην οργάνωσή του, με αποτέλεσμα τα παιδιά να σχηματίζουν ιδιαίτερα μικρές προτάσεις και να παραλείπουν άρθρα (πχ. λένε “μπαμπάς δουλειά πάει” αντί για “ο μπαμπάς πάει στη δουλειά”), να παραλείπουν συνδέσμους (πχ. λένε “Λίλα, μαμά μπαμπάς όλοι φάγανε τούρτα” αντί για “η Λίλα, η μαμά και ο μπαμπάς φάγανε τούρτα”), να παραλείπουν προθέσεις (πχ. λενε “εγώ παίζει κούκλα” αντί για “εγώ παίζω με την κούκλα”), ή να κάνουν λάθη στις καταλήξεις (πχ. λένε “η μπάλα είναι τη αδερφή μου” αντί για “η μπάλα είναι της αδερφής μου”). Συχνά, δεν χρησιμοποιούν τους σωστούς ρηματικούς χρόνους (παρόν, παρελθόν, μέλλον) (πχ. “πήγα σχολείο αύριο” αντί για “πήγα στο σχολείο χθες”).

Σε πολλές περιπτώσεις οι διαταραχές που παρουσιάζουν στην άρθρωση δεν φαίνεται να είναι συστηματικές, δηλαδή, δεν παρουσιάζουν πάντα τα ίδια λάθη. Συνήθως κάνουν εμπροσθοποιήσεις (πχ. λένε “ψαι” αντί για “ψάρι”), οπισθοποιήσεις (πχ. λένε “μάκι” αντί για “μάτι”) ή στιγμικοποιήσεις συμφώνων (πχ. λένε “τέλω” αντί για “θέλω”, “κίκα” αντί για “χήνα”).

Η φοίτηση στο σχολείο επιβαρύνει τα παιδιά με ΕΓΔ τα οποία καλούνται να ανταποκριθούν σε νέες απαιτήσεις. Μάλιστα, ένα μεγάλο ποσοστό παιδιών με Ειδική Γλωσσική Διαταραχή αντιμετωπίζουν πρόβλημα στην ανάγνωση και στην ορθογραφία.

Η καθυστέρηση στη γλωσσική ανάπτυξη συχνά ακολουθείται από προβλήματα στις διαπροσωπικές σχέσεις, από συναισθηματικές διαταραχές και από διαταραχές της συμπεριφοράς. Κατά συνέπεια η πρώιμη και ακριβής διάγνωση των ειδικών αναπτυξιακών διαταραχών της ομιλίας και της γλώσσας έχει μεγάλη σημασία.

Ο λογοθεραπευτής καλείται να βοηθήσει το παιδί που παρουσιάζει ΕΓΔ σε αρκετούς τομείς. Επομένως θα πρέπει να ιεραρχήσει τους στόχους του θεραπευτικού προγράμματος, ώστε να βελτιώσει την ικανότητα επικοινωνίας του παδιού σε όσο πιο σύντομο χρονικό διάστημα αυτό είναι εφικτό. Διαφορετικά το παιδί ενδέχεται να αρχίσει να απομονώνεται και να αποφεύγει να συμμετέχει σε συζητήσεις και παρέες, γιατί αισθάνεται μειονεκτικά. Παράλληλα, μπορεί να προταθεί και ψυχολογική στήριξη του παιδιού ή ακόμα και συμβουλευτική γονέων προκειμένου να υπάρξει συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος.

Αρθρωτικές Διαταραχές

Στην αρθρωτική διαταραχή το παιδί διαλέγει το σωστό φθόγγο αλλά λόγω ανεπάρκειας του μηχανισμού ομιλίας δεν τον εκφέρει σωστά. Οι αρθρωτικές διαταραχές διακρίνονται στην καθυστέρηση της άρθρωσης (λειτουργική δυσλαλία) και στην διαταραχή άρθρωσης (οργανική δυσλαλία):
1)Η καθυστέρηση της άρθρωσης η αλλιώς λειτουργική δυσλαλία χαρακτηρίζεται η δυσκολία που έχουν ορισμένα παιδιά να τοποθετήσουν τους αρθρωτές στην σωστή θέση. Η λειτουργική δυσλαλία διαγιγνώσκεται όταν η αρθρωτική ανάπτυξη του παιδιού είναι καθυστερημένη σύμφωνα με την χρονολογική του ηλικία.
Κάποιες από τις δυσκολίες της άρθρωσης που εμπεριέχονται στην λειτουργική δυσλαλία είναι:
Ο ροτακισμός Η κορυφή της γλώσσας εμφανίζει αδυναμία να ανυψωθεί ως την φατνία και να παράγει το φώνημα «ρ» με αποτέλεσμα να ακούγεται σαν «γ».
Ο διαδοντικός σιγματισμός
Η κορυφή της γλώσσας γλιστρά ενδιάμεσα των οδοντοστοιχιών και αντί για «σ» το παιδί προφέρει «θ».
Ο σιγματισμός του ουρανίσκου
Η κορυφή της γλώσσας τραβιέται προς τα πίσω και υψώνεται προς τον ουρανίσκο και αντί για «σ» το παιδί προφέρει το γερμανικό «sch» ή το γαλλικό «ch»
Ο οδοντοχειλικός σιγματισμός
Οφείλεται κυρίως όταν τα κάτω χείλι ενώνονται με τους πάνω κοπτήρες. Σε αυτή την περίπτωση το παιδί αντικαθιστά το «σ» με το «φ». Αυτό το είδος σιγματισμού είναι συνηθέστερος σε περιπτώσεις προγναθισμού.
Ο συριστικός σιγματισμός
Ο αέρας που βγαίνει από το στόμα κατά την παραγωγή του «σ» σχηματίζει υπερβολικά συγκεντρωμένο ρεύμα και το «σ» συνοδεύεται από ένα συνεχόμενο σφύριγμα.
Ο πλάγιος σιγματισμός
Ο πλάγιος σιγματισμός μπορεί να είναι αμφίπλευρος ανάλογα με την πλευρά που εξέρχεται ο αέρας από το στόμα. Η τοποθεσία που παίρνει η γλώσσα είναι στην θέση του «λ» αλλά πλευρικά.Η θεραπεία αυτού του σιγματισμού είναι πολύ πιο μακροχρόνια σε σύγκριση με τους υπόλοιπους σιγματισμούς.

2)Η διαταραχή άρθρωσης η αλλιώς οργανική δυσλαλία είναι η μη φυσιολογική δομή των οργάνων που καθιστά την ομιλία δυσκατάληπτη. Τα συνηθέστερα αίτια που προκαλούν την οργανική δυσλαλία είναι η χειλεωσχιστία, η υπερωιοσχιστίακ.τ.λ.π.
Η θεραπεία των αρθρωτικών διαταραχών γίνεται βάση της φυσιολογικής κατάκτησης του παιδιού ή βάση την μη αναπτυξιακή προσέγγιση. Στην μη αναπτυξιακή προσέγγιση ο ειδικός ξεκινάει με φωνήματα που έχουν σχέση με το παιδί ή με φωνήματα που μπορεί να μιμηθεί το παιδί πιο εύκολα.

Φωνολογικές Διαταραχές

Στην φωνολογική διαταραχή το παιδί εκδηλώνει αδυναμία στη χρήση αναπτυξιακά αναμενόμενων ήχων της ομιλίας για την ηλικία και την διάλεκτο που δεν συνοδεύεται από γνωστικά, συμπεριφορικά ή κοινωνικά προβλήματαή άλλα οργανικά αίτια. Το βασικό αίτιο της φωνολογικής διαταραχής είναι η μειωμένη αντίληψη, διάκριση και η λανθασμένη νοητική οργάνωση των φωνημάτων. Η φωνολογική διαταραχή επηρεάζει σημαντικά την ανάπτυξη του λόγου.
Στην φωνολογική διαταραχή το παιδί πραγματοποιεί λάθη που κατηγοριοποιούνται σε τρεις μεγάλες γενικές ομάδες:
Αντικατάσταση φωνημάτων (πχ: «μπαμπούς» αντί «παππούς», «ντυρί» αντί «τυρί», «κέρι» αντί «χέρι», «ντίνει» αντί «δίνει», «τότα αντί «κότα», «ζάσος» αντί «δάσος», «φάλασσα» αντί «θάλασσα», «βέντρο» αντί «δέντρο», «σέλω» αντί «θέλω», «λολόι» αντί «ρολόι» ).
Παράλειψη φωνημάτων ή συλλαβών (πχ: «πίτι» αντί «σπίτι», «άπο» αντί «άσπρο», «τένο» αντί «τρένο», «αλάρι» αντί «μαξιλάρι», «τυλίδι» αντί «δαχτυλίδι») .
Μεταθέσεις φωνημάτων και αφομοιώσεις φωνημάτων στο πλαίσιο της λέξης (πχ: «μπουκί» αντί «κουμπί», «πακάκι» αντί «καπάκι», «μπουλάπα» αντί «ντουλάπα», «τοίτα» αντί «κοίτα», «γκαγκώσει» αντί «δαγκώσει», «παπαλούδα» αντί «πεταλούδα»)
Η θεραπεία της φωνολογικής διαταραχής εστιάζεται στην προσεκτική ανάλυση του φωνολογικού συστήματος του παιδιού ώστε να γίνει η ανάλυση των φωνολογικών διεργασιών για να εντοπιστούν τα λάθη και να αποκαταστατηθούν.

Αυτισμός

Αυτισμός
Ποιες είναι οι διαταραχές αυτιστικού φάσματος;
Οι Διαταραχές αυτιστικού φάσματος διακρίνονται:
Αυτιστική Διαταραχή
Διαταραχή Asperger
Διαταραχή Rett
Αποδιοργανωτική Διαταραχή
Διάχυτη Αναπτυξιακή Διαταραχή μη προσδιοριζόμενη αλλιώς

Αυτιστική Διαταραχή
Ο Αυτισμός είναι μια διάχυτη διαταραχή της ψυχολογικής ανάπτυξης του ατόμου. Σήμερα, 1 στα 50 άτομα διαγιγνώσκονται με αυτισμό. Ο αυτισμός εμποδίζει την ικανότητα του ατόμου να επικοινωνεί και να συσχετίζεται με τους άλλους. Επίσης συνδέεται με δύσκαμπτες ρουτίνες και επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές, όπως η έμμονη ταξινόμηση αντικειμένων ή το να ακολουθεί πολύ συγκεκριμένες ρουτίνες. Τα συμπτώματα ποικίλουν από πολύ ήπια έως αρκετά σοβαρά.
Διαταραχή Asperger
Το σύνδρομο Asperger είναι μια διαταραχή που επηρεάζει το πως το άτομο αντιλαμβάνεται τον κόσμο, επεξεργάζεται τις πληροφορίες που λαμβάνει και αλληλεπιδρά με άλλα άτομα καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Αποτελεί όπως και ο κλασσικός αυτισμός μια «διαταραχή φάσματος» επειδή επηρεάζει τα άτομα με πολλούς διαφορετικούς τρόπους και σε ποικίλο βαθμό.
Το σύνδρομο Asperger είναι μια ήπια παραλλαγή αυτισμού, που επηρεάζει κυρίως την ικανότητα επικοινωνίας και τις κοινωνικές σχέσεις του ατόμου. Ανήκει στις διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές και για καιρό υπήρχαν διαφωνίες σχετικά με το αν αποτελεί ξεχωριστή διαταραχή ή πρόκειται για αυτισμό σε ελαφριά μορφή.
Περιλήφθηκε για πρώτη φορά σαν ξεχωριστό σύνδρομο το 1994 στο εγχειρίδιο της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας (APA, 1994).
Διαταραχή Rett
To σύνδρομο Rett είναι μία περίπλοκη νευρολογική ανωμαλία. Τα ακριβή αίτια του συνδρόμου Rett έχουν γενετική καταγωγή. Συνήθως παρουσιάζετε σε κορίτσια και επηρεάζει τις κινήσεις του σώματος. Εμφανίζεται κυρίως μετά από μία περίοδο ομαλής ανάπτυξης στην ηλικία των 2 ετών.
Αποδιοργανωτική Διαταραχή
Η αποδιοργανωτική διαταραχή εμφανίζεται, σύμφωνα με το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο των Νοητικών Διαταραχών, πριν από το δέκατο έτος της ηλικίας του ατόμου, μετά από μια περίοδο φυσιολογικής ανάπτυξης τουλάχιστον δύο χρόνων. Μετά από αυτά τα δύο χρόνια φυσιολογικής ανάπτυξης, υπάρχει απώλεια των δεξιοτήτων σε δύο τουλάχιστον από τους παρακάτω τομείς είτε στην γλωσσική έκφραση ή στις κοινωνικές δεξιότητες είτε στον έλεγχο του ορθού ή της κύστης, είτε στο παιχνίδι ή και στις κινητικές δεξιότητες. Εφόσον χαθούν κάποιες από τις προηγούμενες δεξιότητες, τα άτομα αυτής της διαταραχής δεν διαφέρουν σε τίποτα από τα αυτιστικά.
Διάχυτη Αναπτυξιακή Διαταραχή μη προσδιοριζόμενη αλλιώς
Η Άτυπη αυτιστική Διαταραχή αν και αποτελεί διαταραχή που ανήκει στο φάσμα του αυτισμού υπάρχει περίπτωση το άτομο να παρουσιάζει μερικά αλλά όχι όλα τα συμπτώματα του τυπικού αυτισμού. Τα άτομα με άτυπη διάχυτη διαταραχή , ενώ παρουσιάζουν κάποια από τα συμπτώματα που χαρακτηρίζουν άτομα στο αυτιστικό φάσμα δεν ικανοποιούν όλα τα σχετικά διαγνωστικά κριτήρια. Είναι πολύ πιθανό ότι οι δυσκολίες σε αυτούς εμφανίστηκαν σε αρκετά μεγαλύτερη ηλικία από ότι σε άλλους στο φάσμα. Επίσης, είναι πιθανό να αντιμετωπίζουν παρόμοιες δυσκολίες με άτομα που έχουν τυπικό αυτισμό όπως ευαισθησία σε ερεθίσματα του περιβάλλοντος αλλά σε ηπιότερο βαθμό.

Επιλεκτική Αλαλία

Τί είναι επιλεκτική αλαλία;
Η επιλεκτική αλαλία είναι ένας όρος ο οποίος χρησιμοποιείται όταν τα παιδιά τα οποία είναι ικανά να μιλήσουν αρκετά εύκολα σε μερικές καταστάσεις, συνήθως με τις οικογένειες τους στο σπίτι, και επίμονα σιωπηλά σε άλλες καταστάσεις, συνήθως έξω από το σπίτι και με άγνωστους ανθρώπους. Το πρόβλημα συνήθως εμφανίζεται στο σχολείο όπου τα παιδιά τα οποία δεν έχουν μιλήσει για δύο περιόδους ή περισσότερο είναι χρήσιμο να περιγραφούν ότι έχουν επιλεκτική αλαλία.
Αυτό δεν είναι συνήθως μία συστολή ούτε πείσμα’ είναι ένα ψυχολογικό πρόβλημα όταν τα παιδιά μοιάζουν να παγώνουν και γίνονται ανίκανα να μιλήσουν, ένα είδος φόβου και κοινωνικού άγχους, μαζί με μια υπερβολική ευαισθησία για τις αντιδράσεις των άλλων.
Η “επιλεκτική αλαλία” είναι περισσότερο ένας πρόσφατος όρος για την “αλαλία επιλογής”’ κι οι δύο όροι μπορούν να χρησιμοποιούνται αλλά “η επιλεκτική αλαλία” τώρα ευνοείται από τους περισσότερους επαγγελματίες.
Η πλειονότητα των παιδιών που παρουσιάζουν την διαταραχή έχουν μία γενετική προδιάθεση για την εμφάνιση άγχους. Απλούστατα λοιπόν τα παιδιά αυτά έχουν κληρονομήσει την τάση να άγχονται υπέρμετρα από ένα ή περισσότερα μέλη της οικογένειας τους. Πολύ συχνά, τα παιδιά αυτά εμφανίζουν σημεία έντονου άγχους, όπως άγχος αποχωρισμού, συχνές κρίσεις θυμού και κλάματος, κακοδιαθεσία, προβλήματα ύπνου, έλλειψη ευελιξίας και έντονη ντροπαλότητα από την βρεφική ηλικία και έπειτα.
Μερικά χαρακτηριστικά:
Η επιλεκτική αλαλία είναι μία σχετικά σπάνια κατάσταση. Η καλύτερη εκτίμηση προτείνει ότι λιγότερο από ένα παιδί ανά χιλιάδες επηρεάζεται.
Η επιλεκτική αλαλία καταγράφεται συνήθως ανάμεσα στις ηλικίες των τριών και πέντε.
Τα κορίτσια ελαφρώς συχνότερα από τα αγόρια.
Τα παιδιά που προέρχονται από δίγλωσσα περιβάλλοντα έχουν ελαφρώς περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν επιλεκτική αλαλία.
Τα παιδιά με επιλεκτική αλαλία έχουν περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν δυσκολίες γλώσσας και λόγου σε σύγκριση με άλλα παιδιά.
Η πλειονότητα των παιδιών με επιλεκτική αλαλία έχουν νοητικό επίπεδο στο μέσο όρο ή και πάνω από το μέσο όρο, αλλά κάποια εμφανίζουν μέτριου έως σοβαρού βαθμού μαθησιακές δυσκολίες.

Βαρηκοϊα Κόφωση

Ο χαρακτηρισμός Βαρήκοος αφορά ένα άτομο το οποίο είτε φοράει ακουστικό είτε όχι, δυσκολεύεται να αντιληφθεί την ομιλία με την ακοή του μόνο. Η βαρηκοϊα είναι μία διαταραχή η οποία παρουσιάζεται άλλοτε εκ γενετής και άλλοτε εμφανίζεται στην πορεία της ζωής ενός ατόμου (επίκτητη). Είναι αμφοτερόπλευρη, επηρεάζει δηλαδή και τα δύο αυτιά ή μονόπλευρη.
Είδη Βαρηκοΐας:
Η βαρηκοΐα διακρίνεται σε τρία είδη.
Αγωγιμότητας ( η βλάβη εντοπίζεται στο έξω ή μέσω αυτί)
Νευροαισθητήρια ( η βλάβη εντοπίζεται στο έσω αυτί, δηλαδή στη βάση του αναβολέα, στο κοχλιακό νεύρο και στο όργανο του Corti
Μεικτή

Οι βαρηκοΐες, όσον αφορά τον βαθμό τους διακρίνονται στις παρακάτω βαθμίδες:
Την αρχόμενη βαρηκοΐα με απώλεια της ακοής περί τα 20%.
Την μικρού βαθμού βαρηκοΐα με απώλεια της ακοής περί τα 20-40%.
Την μέσου βαθμού βαρηκοΐα με απώλεια της ακοής περί τα 40-60%.
Την μεγάλου βαθμού βαρηκοΐα με απώλεια της ακοής περί τα 60-80%.
Την βαρηκοΐα εγγίζουσα την κώφωση με απώλεια της ακοής 80-95%.
Την κώφωση με απώλεια της ακοής 100% όπου με ένταση άνω των 100dB, δεν γίνεται αντιληπτός ο ήχος. (Ζιάβρα-Σκεύας, 2009).

Ο χαρακτηρισμός Κωφός σχετίζεται με το άτομο το οποίο είτε φοράει ακουστικό είτε όχι, δεν αντιλαμβάνεται την ομιλία με την ακοή του μόνο. Χρησιμοποιεί κυρίως το οπτικό κανάλι για να αντιληφθεί τους συνομιλητές του (χειλεανάγνωση, νοηματική γλώσσα, γραπτή γλώσσα).

ΑΙΤΙΑ ΒΑΡΗΚΟΪΑΣ

Συγγενείς Βαρηκοΐες:
Κληρονομικές: εμβρυοπάθειες (παθήσεις της μητέρας όπως διαβήτης, νεφρίτιδα, τοξοπλάσμωση, πολιομυελίτιδα, σύφιλη, ερυθρά, λήψη φαρμάκων, έκθεση σε ακτινοβολία).
Επίκτητες Βαρηκοΐες:
Διάφορες παθήσεις όπως παρωτίτιδα, εγκεφαλίτιδα, μηνιγγίτιδα, πρεσβυακουσία, λήψη ωτοτοξικών φαρμάκων, φλεγμονές του μέσου ωτός.

ΑΙΤΙΑ ΚΩΦΩΣΗΣ
Κατά την ενδομήτρια ζωή: 1) κληρονομικοί παράγοντες, 2) παθήσεις κατά την κύηση, 3) λήψη φαρμάκων, 4) κατανάλωση αλκοόλ.
Κατά τον τοκετό: 1) κακώσεις κεφαλής ή ακουστικών οργάνων, 2) ανοξία εγκεφάλου,
Παθολογικά αίτια: 1) διάφορες λοιμώξεις, 2) λαβυρινθίτιδες-χρόνιες ωτίτιδες, 3) σύνδρομο Meniere, 4) ιογενείς παθήσεις, 5) νευρίνωμα ακουστικού πόρου.
Άλλα αίτια: 1) θόρυβος πάνω από το επιτρεπτό όριο, 2)απότομη αύξηση ή μείωση της πίεσης και έμφραξη της ακουστικής οδού

Νοητική Υστέρηση

Η νοητική υστέρηση αναφέρεται σε μία παθολογική κατάσταση που εκδηλώνεται στην περίοδο ανάπτυξης, δηλαδή την περίοδο που αρχίζει από τη σύλληψη και φτάνει ως το 16ο έτος της ηλικίας. Το παιδί με νοητική υστέρηση χαρακτηρίζεται από νοητική ικανότητα χαμηλότερη από το μέσο όρο των παιδιών της ίδιας χρονολογικής ηλικίας. Παράλληλα το παιδί αυτό διαθέτει μειωμένη ικανότητα προσαρμογής, η οποία αντικατοπτρίζεται συνήθως στην ωρίμανση κινητικών και αντιληπτικών ικανοτήτων, δεξιοτήτων αυτοεξυπηρέτησης, στην μάθηση και στην κοινωνική ένταξη. Η διάγνωση γίνεται από ψυχολόγους, χρησιμοποιώντας σταθμισμένα ψυχομετρικά τεστ για την μέτρηση διαφόρων κλιμάκων της νοημοσύνης.

Αίτια της Νοητικής Υστέρησης
Υπάρχουν πάνω από 1.000 αίτια νοητικής υστέρησης, παρόλα αυτά στις περισσότερες περιπτώσεις νοητικά υστερούντων ατόμων η αιτιολογία της δεν είναι γνωστή. Τα αίτια εμφάνισης νοητικής υστέρησης μπορεί να είναι:
Προγεννητικά:
κληρονομικοί παράγοντες
χρωμοσωμικές ανωμαλίες (σύνδρομο Down, Turner)
ασθένειες της εγκύου (λοιμώξεις, ερυθρά, ιλαρά)
ανωμαλίες μεταβολισμού
ασυμβατότητα Rh αίματος μητέρας-εμβρύου
ανοξία
τραυματισμοί κατά την εγκυμοσύνη
κακή διατροφή
ασθένειες της εγκύου (λοιμώξεις, ερυθρά, ιλαρά)
δηλητηριάσεις από μόλυβδο
χρήση ναρκωτικών ουσιών , αλκοόλ ή τσιγάρου
λήψη φαρμάκων
έκθεση σε ακτινοβολία
συναισθηματικές διαταραχές
ενδομήτρια ασφυξία
Περιγεννητικά:
ανοξία
τραυματισμοί ή αιμορραγία του εγκεφάλου
πρόωρη γέννηση
περιγεννητική ασφυξία
Μεταγεννητικά:
μολυσματικές ασθένειες
εγκεφαλικά τραύματα ή αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια
υψηλός πυρετός
μεταβολικές/ενδοκρινικές ανωμαλίες
τοξικές ουσίες
ελαττωματικά αισθητήρια όργανα
κακή διατροφή/ υποσιτισμός
ψυχοκοινωνικοί παράγοντες (συναισθηματική απόστέρηση, ιδρυματοποίηση, περιβάλλον φτωχό σε αισθητηριακά/ επικοινωνιακά ερεθίσματα, ηλικία μητέρας).
 
Συμπτώματα
Τα άτομα με νοητική υστέρηση διακρίνονται στις εξής βαθμίδες ανάλογα τη σοβαρότητά της:
1) Βαρύτατη:
ο δείκτης νοημοσύνης είναι μικρότερος ή ίσος του 20.
άτομα πλήρως εξαρτημένα από το περιβάλλον τους εφ’ όρου ζωής.
ολική καθυστέρηση σε αντιληπτικές, κινητικές και κοινωνικές ικανότητες.
σωματικές ανωμαλίες: ανέκφραστο προσωπείο με απλανές βλέμμα, ασύμμετρο πρόσωπο, στενό μέτωπο, μικρούς λοβούς των ωτών, κακή σύγκλιση δοντιών, παραμορφωμένα δόντια, σιελόρροια λόγω αδυναμίας ελέγχου της κάτω γνάθου, μικρό ανάστημα, κοντά και ισομεγέθη δάχτυλα, δερματικές ανωμαλίες, δυσπλασίες των εξωτερικών γεννητικών οργάνων
διαταραχές αδρής και λεπτής κινητικότητας
ακράτεια λόγω αδυναμίας ελέγχου των σφικτήρων
διαταραχές κάποιων αισθήσεων (όσφρηση: δεν αισθάνονται τη δυσοσμία)
διαταραχές στις γνωστικές λειτουργίες: γλωσσική ικανότητα ιδιαίτερα περιορισμένη, δεν υπάρχει επικοινωνία με το περιβάλλον, υστερεί η κριτική ικανότητα, η μνήμη, η προσοχή και η φαντασία.
2) Βαριά: (ανεπίδεκτοι αγωγής/ιδιώτες)
ο δείκτης νοημοσύνης βρίσκεται μεταξύ του 20-34
περιορισμένη ψυχοκινητική ανάπτυξη
ελάχιστη γλωσσική ικανότητα, περιορισμένη ομιλία
ελάχιστη δυνατότητα επικοινωνίας
3) Μέτρια: (ασκήσιμοι)
ο δείκτης νοημοσύνης βρίσκεται μεταξύ του 35-49
επαρκής ψυχοκινητική ανάπτυξη και έκφραση
η αντίληψη βρίσκεται σε μέτριο επίπεδο
η αφαιρετική ικανότητα είναι περιορισμένη
ασταθής προσοχή
η μάθηση είναι αργή
περιορισμένο λεξιλόγιο
δεν κατανοούν γραπτό λόγο, ανάγνωση, γραφή και αριθμητική
4) Ελαφρά: (εκπαιδεύσιμοι)
ο δείκτης νοημοσύνης βρίσκεται μεταξύ του 50-70
μικρή καθυστέρηση στον τομέα της ψυχοκινητικής και γλωσσικής ανάπτυξης
δυσκολία στην κατανόηση αφηρημένων εννοιών
μειωμένη ικανότητα για λογική σκέψη

Καθυστέρηση λόγου και ομιλίας

Είναι αρκετά συχνό το φαινόμενο ένα παιδάκι ηλικίας 2 ετών να μην μιλάει ακόμη. Μπορεί να λέει μερικές λεξούλες αλλά αν το συγκρίνουμε με τους συνομηλίκους να παρατηρούμε οτι είναι πολύ πίσω. Πολλοί γονείς έχοντας την ελπίδα οτι θα προχωρήσει μόνο του αναβάλλουν την επίσκεψη σε έναν ειδικό για να πάρουν μια αξιόπιστη άποψη και συμβουλή.
          Οι γονείς, όμως, για να μπορέσουν να διαπιστώσουν αν ο λόγος και η ομιλία του παιδιού τους αναπτύσσεται σωστά πρέπει γνωρίζετε τι είναι «φυσιολογικό» και τι όχι στην ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας.
            Ας δούμε, όμως, πως αναμένουμε να είναι η επικοινωνία των παιδιών σε κάθε ηλικιακό στάδιο.
 
0 – 12 μηνών
Το παιδάκι αλλάζει τη φωνή του για να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του γουργουρίζοντας και βαβαλίζοντας. Αργότερα (μετά τους 9 μήνες) τα παιδάκια αρχίζουν να συνδυάζουν διάφορους ήχους μαζί, να υιοθετούν διαφορετικούς τόνους στη φωνή τους και να λένε λεξούλες όπως «μαμά» ή «μπαμπά» χωρίς όμως να εννοούν τα συγκεκριμένα πρόσωπα. Πριν κλείσουν τον 1ο χρόνο ζωής, τα παιδάκια ακούνε πολύ προσεχτικά τους διάφορουν ήχους και αρχίζουν να κατανοούν τα ονομάτα αντικειμένων που χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητά μας (π.χ. μπιμπερό, γάλα, μπάνιο). Τα παιδάκια που δείχνουν αδιάφορα ή απρόσεχτα μπορεί να παρουσιάζουν σημάδια βαρηκοϊας.
 
12 – 15 μηνών
Το ρεπερτόριό τους έχει εμπλουτιστεί απο μια ευρεία γκάμα ήχων (π.χ. «μ», «π», «μπ», «ντ», «γκ») και αρχίζουν να μιμούνται τους ήχους και τις λέξεις που λέει η μαμά ή ο μπαμπάς. Συνήθως λένε μια ή και περισσότερες λέξεις αυθόρμητα (δεν συμπεριλαμβάνονται οι λέξεις «μαμά» και «μπαμπά»), οι οποίες είναι ουσιαστικά, όπως π.χ. η λέξη «μπάλα» ή «μωρό». Μπορούν να εκτελέσουν απλές εντολές.
 
18 – 24 μηνών
Μέχρι 18 μηνών τα περισσότερα παιδάκια διαθέτουν ένα λεξιλόγιο 20 λέξεων και μέχρι 24 μηνών περίπου 50 λέξεων. Τότε, αρχίζουν να σχηματίζουν φράσεις 2 λέξεων, π.χ. «Μωρό κλαίει», «μπάλα κάτω». Αναγνωρίζουν οικεία αντικείμενα και εικόνες , δείχνουν τα μέρη του σώματός τους όταν τους το ζητάμε και να ακολουθούν εντολές 2 βημάτων (π.χ. «Πιάσε το παιχνίδι σου και δώστο μου.»).
 
2 – 3 ετών
Τα παιδιά αρχίζουν να χρησιμοποιούν πάρα πολλές καινούριες λέξεις και να σχηματίζουν φράσεις 3 – 4 λέξεων. Επίσης, καταλαβαίνουν πολύ περισσότερα πράγματα. Αναγνωρίζουν τα χρώματα καθώς και περιγραφικές έννοιες όπως είναι τα επίθετα (π.χ. μεγάλη κόκκινη μπάλα, μικρό μπλε μπαλόνι).
 
 
Ανησυχητικά σημάδια
           
            Είναι αρκετά ανησυχητικό όταν ένα παιδάκι δεν αντιδρά στους ήχους ή δεν παράγει καμία φωνούλα. Απο 12- 24 μηνών, θα πρέπει να ανησυχείτε αν το παιδί:
δεν χρησιμοποιεί νοήματα, όπως το να δείχνει αυτό που θέλει ή να χαιρετάει μέχρι την ηλικία των 12 μηνών
προτιμά τα νοήματα παρά τις λέξεις μέχρι την ηλικία των 18 μηνών
δυσκολεύεται να μιμηθεί ήχους μέχρι την ηλικία των 18 μηνών
δεν μπορεί να κατανοήσει και να εκτελέσει απλές λεκτικές εντολές
 
Απευθυνθείτε σε λογοθεραπευτή για αξιολόγηση αν το παιδί είναι μεγαλύτερο απο 2 ετών και:
δεν παράγει λέξεις και δεν σχηματίζει φράσεις αυθόρμητα
δεν μπορεί να εκφράσει τις ανάγκες του λεκτικά
δεν μπορεί να εκτελέσει απλές εντολές
έχει έναν περίεργο τόνο φωνής (π.χ. πιο ένρινο)
δυσκολεύεστε να το καταλάβετε. Μέχρι την ηλικία των δύο ετών οι γονείς και τα άτομα που φροντίζουν τακτικά το παιδί θα πρέπει να καταλαβαίνουν περίπου τα μισά απο τα λεγόμενά του και τα ¾ αυτών μέχρι την ηλικία των τριών ετών. Μέχρι την ηλικία των τεσσάρων ετών θα πρέπει η ομιλία του παιδιού να είναι καταληπτή ακόμη και απο άτομα, που δεν το γνωρίζουν.
 
 
Αιτίες καθυστέρησης ομιλίας
            Πολλές μπορεί να είναι οι αιτίες για να καθυστερήσει η ανάπτυξη της ομιλίας ενός παιδιού.
 
ελλείμματα στην στοματική κοιλότητα (ανωμαλίες στη γλώσσα ή στην υπερώα ή κοντός χαλινός κάτω απο τη γλώσσα)
δυσκολίες στον στοματοκινητικό μηχανισμό. Το παιδί δυσκολεύεται να χρησιμοποιήσει και να συντονίσει τα χείλη με τη γλώσσα και την κάτω γνάθο του για να παράγει ομιλία. Μπορεί να συνυπάρχουν δυσκολίες στη σίτιση ή να είναι μέρος μιας γενικότερης αναπτυξιακής καθυστέρησης.
προβλήματα ακοής προκαλούν δυσκολίες και στην άρθρωση, στην κατανόηση, στην μίμηση και στην χρήση της γλώσσας.

Τραυλισμός

Ο τραυλισμός είναι μια διαταραχή της ροής της ομιλίας. Όταν το άτομο μιλά η ομιλία του διακόπτεται απο ακούσιες επαναλήψεις και επιμηκύνσεις ήχων, συλλαβών, λέξεων και φράσεων, ακούσιες παύσεις σιωπής και μπλοκαρίσματα. Σε αυτές τις στιγμές των τραυλικών επεισοδίων το άτομο δεν μπορεί να παράγει κανέναν ήχο.
Ποιά είναι τα χαρακτηριστικά του τραυλισμού;
Ο τραυλισμός έχει πρωτεύουσες και δευτερεύουσες συμπεριφορές.

Οι πρωτεύουσες συμπεριφορές είναι τα πιο εμφανή στοιχεία κατά τη διάρκεια της ομιλίας, όπως είναι οι επαναλήψεις ήχων ή συλλαβών (π.χ. «πα-πα-πα-πατέρας), λέξεων και φράσεων, οι επιμηκύνσεις ήχων (π.χ. «γγγγγγγγγγγγγγγγάλα») και τα σιωπηλά μπλοκαρίσματα (η ομιλία διακόπτεται σε ακατάλληλη στιγμή ενώ συχνά συνυπάρχει μυική ένταση στο πρόσωπο ή σφίξιμο των χειλιών).

Οι δευτερεύουσες συμπεριφορές είναι οι συμπεριφορές διαφυγής, οι οποίες ακολουθούν ή συνοδεύουν τις πρωτεύουσες συμπεριφορές και έχουν ως στόχο την διακοπή του τραυλικού επεισοδίου. Το άτομο πραγματοποιεί συγκεκριμένες σωματικές κινήσεις, όπως για παράδειγμα αποφεύγει τη βλεμματική επαφή με το συνομιλητή του, ανοιγοκλείνει τα μάτια του, στρίβει το κεφάλι του, χτυπά το χέρι του ή χρησιμοποιεί ήχους ή λέξεις όταν ξεκινά να πει κάτι (π.χ. «εεεε», «αααα», «ξέρεις», «τς»). Επίσης, πολλά άτομα που τραυλίζουν τείνουν να αποφεύγουν λέξεις ή ήχους, που γνωρίζουν οτι θα οδηγήσουν σε επανάληψη συλλαβής ή μπλοκάρισμα.
Υπάρχει μόνο μια μορφή τραυλισμού;
Ο τραυλισμός μπορεί να είναι είτε εξελικτικός είτε επίκτητος.

Ο εξελικτικός τραυλισμός εμφανίζεται σε ένα άτομο όταν είναι ακόμη παιδί, περίπου σε ηλικία 30 μηνών και στο 20% των περιπτώσεων μπορεί να συνεχίσει μέχρι και την ενήλική του ζωή. Σε αυτή τη μορφή τραυλισμού παρατηρούνται τόσο πρωτεύουσες όσο και δευτερεύουσες συμπεριφορές. Τα περισσότερα παιδάκια που τραυλίζουν δεν το αντιλαμβάνονται και σε αρκετές περιπτώσεις η ομιλία του παιδιού πριν ή μετά τον τραυλισμό μπορεί να ήταν φυσιολογική.
Ο επίκτητος τραυλισμός είναι μια διαταραχή που εμφανίζεται στην ενήλικη ζωή ενός ατόμου. Αιτία εκδήλωσης μπορεί να είναι μια νευρολογική βλάβη, κρανιοεγκεφαλική κάκωση, όγκος εγκεφάλου ή χρήση ναρκωτικών ουσιών.
Πόσο συχνό είναι το φαινόμενο του τραυλισμού;
Υπολογίζεται οτι περίπου το 5% των ατόμων θα τραυλίσουν κάποια στιγμή στη ζωή τους. Τα αγόρια τραυλίζουν πιο συχνά σε σχέση με τα κορίτσια. Συνήθως εμφανίζεται σε ηλικία μικρότερη των 5 ετών. Επίσης, τα κορίτσια αποκαθιστούν γρηγορότερα τις διαταραχές ροής της ομιλίας τους σε σχέση με τα αγόρια. .
Ποιές είναι οι αιτίες του τραυλισμού;
Δεν υπάρχει μια ξεκάθαρη αιτία που να να πιστεύεται οτι προκαλεί τον τραυλισμό. Πιθανότερη αιτία θεωρείται η ύπαρξη ενός συνόλου γεγονότων, τα οποία έχουν ως βάση τη γενετική κληρονομιά. Τα παιδιά που έχουν πρώτου βαθμού συγγένεια με ένα άτομο που τραυλίζει είναι πολύ πιθανόν να εμφανίσουν τραυλισμό. Επίσης, υπάρχουν και συγγενείς παράγοντες, οι οποίοι μπορεί να προκαλέσουν τον τραυλισμό, όπως είναι ένα κρανιακό τραύμα, μια εγκεφαλική παράλυση, ένα στρεσογόνο περιβάλλον διαβίωσης, η γέννηση ενός αδερφού ή ακόμη και η μετακόμιση σε ένα νέο σπίτι.
Τι πρέπει να κάνω αν το παιδί μου τραυλίζει;
Αρχικά, θα πρέπει να παρακολουθήσετε το φαινόμενο με ψυχραιμία και χωρίς να μετάδοσετε στο παιδί την εντύπωση οτι δεν μιλάει καλά. Δώστε λίγο χρόνο να δείτε πως θα εξελιχθεί η ροή της ομιλίας του και καταγράψτε γεγονότα που θεωρείτε οτι πιθανόν πυροδοτούν τα τραυλικά επεισόδια. Στη συνέχεια, επισκευτείτε έναν λογοθεραπευτή και αναφέρατέ του το πρόβλημα. Αφού αξιολογήσει το παιδί θα μπορέσει να σας κατατοπίσει πλήρως για την κατάσταση της ροής της ομιλίας του παιδιού, αν χρειάζεται αποκατάσταση και ποιό θα είναι το θεραπευτικό πρόγραμμα και αν χρειάζεται και η συνδρομή άλλου ειδικού (π.χ. ψυχολόγος). 

Εγκεφαλική Παράλυση

Η εγκεφαλική παράλυση είναι μια πάθηση του κεντρικού νευρικού συστήματος (εγκέφαλος, παρεγκεφαλίδα, νωτιαίος μυελός) και προκαλείται από βλάβες σε κάποιο από τα σημεία του, οι οποίες δεν εξελίσσονται σε βάθος χρόνου. Περιγράφηκε πρώτη φορά από τον Άγγλο χειρούργο William Little το 1860. Η νόσος εκδηλώνεται κυρίως με κινητικές διαταραχές, προβλήματα ομιλίας και ακοής , ενίοτε παρουσιάζεται διανοητική καθυστέρηση και επιληψία. Ταξινομείται στις εξής κατηγορίες ανάλογα με την κλινική εικόνα του ασθενή και την τοπογραφική κατανομή των κινητικών αναπηριών: Ημιπληγία , διπληγία, τετραπληγία, αθετωσική εγκεφαλική παράλυση και αταξική εγκ. παράλυση.
Αιτιολογία κι επιδημιολογικά στοιχεία
Η εγκεφαλική παράλυση δεν είναι ασθένεια μεταδοτική ούτε συνδέεται με κληρονομικούς παράγοντες. Τα αίτια της πρόκλησής της αφορούν βλάβες του ΚΝΣ οι οποίες έγιναν κατά την προγεννητική ή περιγεννητική ή μεταγεννητική φάση ενός βρέφους. Η ακριβής εκτίμηση για τα αίτια είναι εξαιρετική δύσκολη επειδή οι παράγοντες είναι πολλαπλοί και το ποσοστό επιτυχίας αναγνώρισής τους κυμαίνεται από 50-70%. Επιπλέον, υπάρχουν περιπτώσεις όπου το ιστορικό ενός ατόμου περιλαμβάνει προδιαθεσικούς παράγοντες για ΕΠ και να μην εκδηλωθεί ποτέ η πάθηση. Μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα για τους προδιαθεσικούς παράγοντες είναι τα παρακάτω:
Προγεννητική φάση: τοξοπλάσμωση, σύφιλη, μεγαλοκυτταροϊός, αποκόλληση πλακούντα, αιμορραγία κατά την κύηση, χρωμοσωμικές ανωμαλίες κ.α.
Περιγεννητική φάση: προωρότητα, επιπλοκές τοκετού, υπογλυκαιμία, τραυματισμός του βρέφους κατά τον τοκετό κ.α.
Μεταγεννητική φάση: εγκεφαλική κάκωση, επίκτητη εγκεφαλοπάθεια, ενδοκράνια αιμορραγία, λοιμώξεις κτλ.
Υπολογίζεται ότι η συχνότητα εμφάνισης εγκεφαλικής παράλυσης είναι ένα ποσοστό 1-2 στις 1000 γεννήσεις διεθνώς. Στην Ελλάδα εκτιμάται ότι γεννιούνται κάθε χρόνο περίπου 150 παιδιά με το πρόβλημα αυτό.
Ταξινόμηση των μορφών της Ε.Π.
Υπάρχουν 3 τύποι εγκεφαλικής παράλυσης ανάλογα με το πού εντοπίζεται η βλάβη στο ΚΝΣ, η σπαστική, η αθετωσική, η αταξική και ο συνδιασμός των παραπάνω μορφών. Επίσης με βάση την κινητική αναπηρία στο σώμα η ΕΠ ταξινομείται σε ημιπληγία, τετραπληγία και διπληγία.
Σπαστική ΕΠ: Οφείλεται σε βλάβες του πυραμιδικού συστήματος το οποίο είναι υπεύθυνο για τον έλεγχο των εκούσιων κινήσεων. Χαρακτηρίζεται από ταχοεξαρτώμενη αύξηση του μυϊκού τόνου και από αυξημένα νωτιαία αντανακλαστικά (μυοτατικό αντανακλαστικό). Επηρεάζονται κυρίως οι αντιβαρικοί μύες με χαρακτηριστικό γνώρισμα το «φαινόμενο του σουγιά». Επίσης είναι πιθανό να εμφανιστεί κλόνος, δηλαδή επαναλαμβανόμενη μυϊκή σύσπαση.
Αθετωσική ΕΠ: Η μορφή αυτή χαρακτηρίζεται από ακούσιες κινήσεις ενώ ο ασθενής παραμένει καθιστός ή όρθιος. Επίσης είναι δυνατόν να εμφανιστούν ανεξέλεγκτες κινήσεις κατά την προσπάθεια του ατόμου να προσεγγίσει ένα αντικείμενο ή να εκτελέσει κάποια ενέργεια. Τα παιδιά αυτά είναι δύσκολο να οργανώσουν και να εκτελέσουν εύκολα μια κίνηση ή να διατηρήσουν τη στάση του σώματός τους. Η αθέτωση χωρίζεται σε 2 κατηγορίες, στη δυστονική και στην υπερτονική. Η δυστονική μορφή χαρακτηρίζεται από ανώμαλες και απότομες αλλαγές του μυϊκού τόνου των εκτεινόντων μυών του κορμού όταν ο ασθενής φορτίζεται συναισθηματικά ή προσπαθεί να εκτελέσει κάποια κίνηση. Η υπερκινητική μορφή χαρακτηρίζεται από γενικευμένες κινήσεις που γίνονται άσκοπα χωρίς τη θέληση του ατόμου. Αυξάνονται με την προσπάθεια πραγματοποίησης εκούσιων κινήσεων. Η αθέτωση προκαλείται από βλάβη στα βασικά γάγγλια και είναι δυνατή η διάγνωσή της όταν το παιδί γίνει 2 ετών περίπου.
Αταξική ΕΠ: Η αταξική μορφή της ΕΠ αφορά βλάβες προερχόμενες από την παρεγκεφαλίδα. Η διάγνωση είναι πιο έγκυρη στα 1-2 έτη, ενώ νωρίτερα τα αταξικά παιδιά μπορεί να παρουσιάζουν υποτονία. Καθώς αρχίζουν να βαδίζουν παρουσιάζουν σημαντικά ελλείμματα στην ισορροπία. Δυσμετρία και τρόμος σκοπού εμφανίζεται σε άνω και κάτω άκρα. Τα περισσότερα παιδιά καταφέρνουν να βαδίσουν ενώ το επίπεδο της νοημοσύνης τους είναι αρκετά καλό.
Κινητικές αναπηρίες και συνωδά προβλήματα
Ημιπληγία: Πάσχουν το σύστοιχο άνω και κάτω άκρο της δεξιάς ή της αριστερής πλευράς του σώματος και είναι συνήθως σπαστικού τύπου (υπερτονία) . Διακρίνεται σε συγγενή και επίκτητη ημιπληγία. Κατά την συγγενή ημιπληγία η βλάβη δημιουργείται είτε κατά την φάση της κύησης, είτε κατά τον τοκετό (στα πρόωρα βρέφη είναι συχνότερη) είτε κατά τη μεταγεννητική φάση στο πρώτο 30ήμερο της ζωής του νεογνού. Είναι συχνότερη σε σχέση με την επίκτητη. Η αιτιολογία της φαίνεται να είναι οι βλάβες του ΚΝΣ κατά την προγεννητική περίοδο και λιγότερο η προωρότητα του τοκετού. Επίσης τα αγόρια συγκριτικά με τα κορίτσια και το δεξί ημισφαίριο είναι περισσότερο επιρρεπή. Τα πρώτα συμπτώματα είναι εμφανή κατά τον 5ο μήνα της ζωής του βρέφους ενώ η διάγνωση γίνεται πιο έγκυρη αργότερα. Η κλινική εικόνα της συγγενούς ημιπληγίας παρουσιάζει σπαστικότητα και πάρεση στη προσβεβλημένη πλευρά, ελλειπή ανάπτυξη των άκρων ενώ το άνω άκρο είναι συνήθως πιο επιβαρυμένο από το κάτω στα κινητικά ελλείμματα. Στην κλινική αξιολόγηση έχουμε αυξημένα τενόντια αντανακλαστικά, θετικό αντανακλαστικό Babinski , σπαστικότητα πυραμιδικού και κλόνος. Τα κρανιακά νεύρα δεν παρουσιάζουν κανένα πρόβλημα. Στα τεστ λειτουργικότητας έχουμε ελαφριάς μορφής ημιπληγία όταν ο ασθενής καταφέρνει να κάνει σύλληψη καρφίτσας, μέτριας μορφής όταν το χέρι του χρησιμοποιείται βοηθητικά και βαριάς μορφής όταν δεν το χρησιμοποιεί καθόλου. Στα συνωδά προβλήματα είναι δυνατό να παρουσιαστεί επιληψία, νοητική υστέρηση, αγκυλώσεις, διαταραχή της αισθητικότητας, στραβισμός, οπτική ατροφία και συγγενής καταρράκτης. Από την άλλη πλευρά, οι αιτίες για την επίκτητη ημιπληγία μπορεί να είναι κάποιο τραύμα στο κρανίο, αγγειακά προβλήματα( θρομβώσεις κι εμβολές) και η επιληπτική κατάσταση. Η αγγειακή ημιπληγία έχει την καλύτερη αποκατάσταση. Τέλος η χαλαρή παράλυση και η προσβολή του προσωπικού νεύρου τη διαφοροποιούν από την συγγενή ημιπληγία.
Τετραπληγία: Είναι η πιο βαριά μορφή εγκεφαλικής παράλυσης. Παρουσιάζει αμφοτερόπλευρη σπαστικότητα σε κάτω και άνω άκρα, με τα άνω άκρα να είναι πιο επιβαρυμένα. Οι ασθενείς έχουν βαριά νοητική υστέρηση και αντιμετωπίζουν προβλήματα σίτισης και φροντίδας . Εξαιτίας της βαρύτητας των κινητικών και νοητικών ελλειμμάτων τα άτομα με τετραπληγική ΕΠ είναι αδύνατο να ζήσουν ανεξάρτητα.
Διπληγία: Είναι η συχνότερη μορφή της ΕΠ. Προσβάλλονται αμφοτερόπλευρα τα κάτω και τα άνω άκρα με τα κάτω να είναι πιο επιβαρυμένα. Η διπληγία χωρίζεται σε 2 μορφές, στη σπαστική και στην αταξική. Η σπαστική διπληγία έχει κύριο χαρακτηριστικό τον αυξημένο μυϊκό τόνο. Η διάγνωση είναι εφικτή μετά τον 9ο μήνα. Κατά τη νεογνική ηλικία ένα διπληγικό βρέφος παρουσιάζει λήθαργο, δυσκολίες στη σίτιση και υποτονία ενώ στη συνέχεια εγκαθίσταται η υπερτονία. Κατά την κλινική εξέταση, στην όρθια στάση τα κάτω άκρα είναι σε έσω στροφή, προσαγωγή και μερική κάμψη ισχίων, τα γόνατα σε κάμψη και οι ποδοκνημικές σε πελματιαία κάμψη με ανάσπαση έσω. Όταν η υπερτονία είναι αυξημένη εμφανίζεται «ψαλιδωτή» βάδιση. Τα άνω άκρα έχουν πρόβλημα μόνο όταν πρόκειται για γρήγορες κινήσεις, οι οποίες δεν έχουν συνέργεια. Η αταξική μορφή της διπληγίας προκαλείται κυρίως από συγγενή αίτια. Τα βρέφη αρχικά είναι υποτονικά ενώ στη συνέχεια εγκαθίσταται η σπαστικότητα κι έχουν αυξημένα τενόντια αντανακλαστικά. Στον πρώτο χρόνο περίπου εμφανίζουν τρόμο και αστάθεια στην καθιστή θέση. Η βάδιση και η στάση στην όρθια θέση μπορεί να μην επιτευχθούν επειδή η χρήση των άνω άκρων είναι δύσκολη εξαιτίας της αθέτωσης.
Η διάγνωση της εγκεφαλικής παράλυσης γίνεται από τον παιδίατρο σε πρώτη φάση και όταν επιβεβαιωθούν τα συμπτώματα είναι απαραίτητη η συνεργασία με παιδονευρολόγο. Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα που μπορεί να παρατηρήσει ο γονιός είναι η αδυναμία του βρέφους να στηρίξει το κεφάλι του, καθυστερημένος μυϊκός έλεγχος και ασυντόνιστες κινήσεις. Όσο πιο έγκαιρη και ακριβής γίνει η διάγνωση τόσο καλύτερη θα είναι για το παιδί η αποκατάστασή του. Χρησιμοποιείται η νευροαναπτυξιακή εξέταση όπου αξιολογούνται τα πρωτόγονα-νεογνικά αντανακλαστικά ( Babinsky, ξαφνιάσματος, αδράγματος κτλ), η γενική εικόνα του βρέφους, οι δοκιμασίες θέσης και η κλασική νευρολογική εξέταση.

Δυσαρθρία

Προκαλείται απο βλάβη στο νευρολογικό σύστημα των μυών της ομιλίας.
Ποιά είναι τα άιτια της Δυσαρθρίας;
Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο
Μόλυνση μέσω της ροής του αίματος (π.χ. μηνιγγίτιδα)
Τραύματα στον εγκέφαλο
Αλλεργίες ή ανοξία, δηλαδή προσωρινή διακοπή παροχής οξυγόνου στον εγκέφαλο
Μεταβολική ανωμαλία (π.χ. πρόβλημα στους ενδοκρινείς αδένες)
Ιατρογενής ή ιδιοπαθής ανεπάρκεια (π.χ. δυσκινησία λόγω φαρμακευτικής αγωγής της νόσου Parkinson)
Νεοπλάσματα (π.χ. ανάπτυξη όγκων)
Εκφυλιστική νόσος
Ποιά είναι τα είδη Δυσαρθρίας;
Χαλαρή Δυσαρθρία
Σπαστική Δυσαρθρία
Αταξική Δυσαρθρία
Υποκινητική Δυσαρθρία
Υπερκινητική Δυσαρθρία
Ποιά είναι τα συμπτώματα της Δυσαρθρίας;
     Τα συμπτώματα της Δυσαρθρίας κατηγοριοποιούνται ανάλογα με το είδος. Πιο συγκεκριμένα:
Χαλαρή Δυσαρθρία λόγω βλάβης στους κάτω κινητικούς νευρώνες.
Χαρακτηριστικά:
– αναπνευστική και ένρινη ομιλία
– λαχανιασμένη χροιά φωνής
– ανακρίβεια στην εκφορά συμφώνων
Σπαστική Δυσαρθρία λόγω βλάβης στους άνω κινητικούς νευρώνες.
Χαρακτηριστικά:
– τεταμένη, πνιγενής και τραχειά χροιά φωνής
– ένρινη και αργή ομιλία
– ανακρίβεια στην εκφορά συμφώνων
Αταξική Δυσαρθρία λόγω βλάβης στην παρεγκεφαλίδα.
Χαρακτηριστικά:
– ανακρίβεια στην εκφορά συμφώνων
– υπερβολικός και ίσος τονισμός σε άσχετα σημεία της ομιλίας
– ακανόνιστος αρθρωτικός διαχωρισμός των φθόγγων – συλλαβών
Υποκινητική Δυσαρθρία λόγω βλάβης στο εξωπυραμιδικό σύστημα.
Χαρακτηριστικά:
– μονότονη ένταση φωνής
– μειωμένη εμφατικότητα
– ανακρίβεια στην εκφορά συμφώνων
– ανάρμοστες σιωπές
– γρήγορες αναπνοές
Υπερκινητική Δυσαρθρία λόγω βλάβης στο εξωπυραμιδικό σύστημα.
Χαρακτηριστικά:
– ανακρίβεια στην εκφορά συμφώνων
– παρατεταμένα μεσοδιαστήματα στην εκφορά φθόγγων – λέξεων
– ασταθής ταχύτητα ομιλίας
– μονότονος τονισμός και ένταση φωνής
– τραχειά χροιά φωνής
– άτοπες σιωπές

Δυσπραξία

Η Δυσπραξία είναι μια διαταραχή, ο οποία οφείλεται σε νευρολογική βλάβη. Η νευρολογική αυτή βλάβη μπορεί να είναι είτε αναπτυξιακή (εκ γενετής, http://dcd-uk.weebly.com/about-dcd.html) είτε επίκτητη (ύστερα απο τραύμα στον εγκέφαλο, όγκο, αγγειακό / αιμοραγικό εγκεφαλικό επεισόδιο). Πρόκειται για μια διαταραχή στον κινητικό προγραμματισμό των κινήσεων για την εκτέλεση μιας ενέργειας (π.χ. γραφή, μάσηση, κατάποση, ομιλία, ράψιμο κ.α.).
     Οι μύες, που είναι απαραίτητοι για την εκτέλεση μιας ενέργειας είναι άθικτοι, αλλά τα κινητικά προγράμματα, που υπαγορεύουν πως θα κινηθούν οι μύες για να ξεκινήσει και να ολοκληρωθεί με επιτυχία η ενέργεια έχουν υποστεί βλάβη. Για παράδειγμα, για να παράγουμε τον ήχο “μ” πρέπει να κλείσουμε καλά τα χείλη μας και να οδηγήσουμε τη φωνή προς τη ρινική κοιλότητα. Οι μύες, που ενεργούν για αυτή τη δραστηριότητα είναι οι χειλικοί και οι μύες που κινούν την  μαλακή υπερώα (σταφυλή). Στην περίπτωση ενος ατόμου που εμφανίζει Δυσπραξία, οι μύες αυτοί λειτουργούν φυσιολογικά αλλά δεν μπορούν να εκτελέσουν με επιτυχία το κινητικό πρόγραμμα που τους υποδεικνύει να κινηθούν έτσι ώστε να κλείσουν τα χείλη και να χαμηλώσει η μαλακή υπερώα. Το αποτέλεσμα είναι οτι το άτομο στην προσπάθειά του να παράγει τον ήχο “μ” τελικά παράγει άλλο παραπλήσιο ήχο ή ψάχνει να βρει πως να τον παράγει τον ήχο, επειδή ακριβώς του λείπει ο κινητικός προγραμματισμός.

Αφασία

Ο ειδικός επιστημονικός όρος αφασία (στερητικό α- και ‘’φασία’’ από το ρήμα (φημί =λέγω) αναφέρεται σε κάθε μερική ή ολική απώλεια γλωσσικών ικανοτήτων σε ενήλικες και παιδιά και γενικότερη ανικανότητα λόγου.
Ο λόγος είναι το κύριο μέσο του ανθρώπου ώστε να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του. Στην περίπτωση της αφασίας το άτομο δεν μπορεί να μιλήσει, να αποδώσει  το σωστό νόημα στις λέξεις, να κατανοήσει και πολλές φορές να διαβάσει. Στο πολύ νεαρό παιδί, του οποίου ο εγκέφαλος διατηρεί την πλαστικότητα του, επιτρέπεται μια ταχεία ανάληψη έστω και αν αυτή δεν είναι ολοκληρωμένη. Αυτό δεν συμβαίνει με τους ενήλικους, όπου η ανάληψη μπορεί να μην καταστεί δυνατή ή να μην είναι ολοκληρωμένη ή να μην είναι ταχεία.
Η αφασία μπορεί να οφείλεται σε διαταραχές των εγκεφαλικών αγγείων ή σε εγκεφαλικές βλάβες.
Ας δούμε μερικές φάσεις αφασίας:
Τύπου Broca
Η αφασία τύπου Broca ή αλλιώς Κινητική, χαρακτηρίζεται από περιορισμένη ικανότητα έκφρασης προφορικού λόγου, περιορισμένο λεξιλόγιο και μετρίου βαθμού δυσκολία στην κατανόηση της γλώσσας, γεγονός που οδηγεί συχνά σε δυσκολία στην επικοινωνία. Ο ασθενής σε πολλές περιπτώσεις μπορεί  να διαβάζει, αλλά έχει δυσκολίες στη γραφή.
Τύπου Wernicke  
Η αφασία τύπου Wernicke ή αλλιώς Αισθητική χαρακτηρίζεται από ελλιπή ικανότητα του ασθενούς να καταλαβαίνει τη σημασία των λέξεων που παράγει. Παρατηρείται ταχεία εκφορά της γλώσσας με παραφασίες (χρησιμοποίηση αντί της σωστής μιας άλλης λέξης), νεολογισμούς (χρήση λέξεων που δεν υπάρχουν καν). Μερικοί ασθενείς με αφασία τύπου Wernicke μιλούν ακατάπαυστα και  παρατηρείται η λεγόμενη «γλωσική σαλάτα», ενώ δεν δείχνουν να έχουν επίγνωση της επικοινωνίας. Η κατανόηση του λόγου είναι εντόνως επηρεασμένη.
Ανομική αφασία
Κύριο σύμπτωμα της ανομικής αφασίας είναι η δυσκολία εύρεσης των σωστών λέξεων κατά την εκφορά προφορικού λόγου, κυρίως κατά την κατονομασία αντικειμένων. Η κατανόηση καθώς και η γραφή και η ανάγνωση μπορεί να είναι λίγο ή περισσότερο επηρεασμένες.
Γενική αφασία
Η Γενική αφασία είναι η σοβαρότερη μορφή αφασίας, κατά την οποία ο ασθενής αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, τόσο κατά την εκφορά όσο και κατά την κατανόηση του προφορικού λόγου. Δεν μπορεί να γράψει ή να διαβάσει.

Άνοια

 Η άνοια είναι μια σοβαρή απώλεια των γνωστικών λειτουργιών. Ενδέχεται να είναι:
στάσιμη λόγω εγκεφαλικής βλάβης
προοδευτική λόγω μακροχρόνιας έκπτωσης εξαιτίας κάποιας νόσου ή βλάβης στο σώμα.
Η άνοια συνήθως εμφανίζεται στον υπερήλικο πληθυσμό. Παρόλ’ αυτά, δεν είναι σπάνιο να εμφανιστεί και σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο της ενήλικης ζωής.
Άτομα, που εμφανίζουν άνοια, παρουσιάζουν δυσκολίες στη μνήμη, τη συγκέντρωση, την αντίληψη και τον προσανατολισμό.
Ποιές νόσοι σχετίζονται με την άνοια;
Αρκετές νόσοι, κυρίως εκφυλιστικές του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος, περιλαμβάνουν στα συμπτώματά τους την άνοια. Πιο συγκεκριμένα:
Νόσος Αλτσχάιμερ
Νόσος Πάρκινσον
Νόσος Χάντιγκτον
Αγγειακή άνοια
Άνοια με Λιούη σώματα
Εκφυλισμός Πρόσθιου Εγκεφαλικού Λοβού 
Νόσος Κρουτσφέλντ – Τζάκομπ
Σύνδρομο Κορσάκωφ
Είναι κληρονομική η άνοια;
Αν η άνοια είναι κληρονομική ή όχι, εξαρτάται απο την αιτία που την έχει προκαλέσει. Αν κάποιος έχει υπόνοια οτι μπορεί να εμφανίζει άνοια, καλό είναι να το συζητήσει με τον ιατρό του. Οι περισσότερες, όμως, περιπτώσεις άνοιας δεν κληρονομούνται.
Ποιά είναι τα προειδοποιητικά σημάδια οτι ένα άτομο πάσχει απο άνοια;
Απώλεια μνήμης που καθιστά το άτομο δυσλειτουργικό στην καθημερινότητά του
Ξεχνά σημαντικά ραντεβού, που έχει να κάνει, ή δουλειές που έχει αναλάβει να ολοκληρώσει και δεν μπορεί να θυμηθεί για πολύ ώρα τι είχε να κάνει.
Δυσκολία ολοκλήρωσης καθημερινών δραστηριοτήτων
Ξεχνά κάποιο απο τα στάδια που πρέπει να ακολουθηθούν για να ολοκληρωθεί μια δραστηριότητα (π.χ. μαγείρεμα). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην μπορεί να ολοκληρώσει με επιτυχία τη δραστηριότητα.
Χωρικός και χρονικός αποπροσανατολισμός
Ρωτά επαναλαμβανόμενα “τι μέρα είναι;” ή “τι μήνα έχουμε;” ή δεν αναγνωρίζει σε ποιό δρόμο βρίσκεται ή που πηγαίνει.
Προβλήματα στο λόγο
Δυσκολεύεται να βρει τη λέξη, που θέλει να πει, και συνήθως την αντικαθιστά με μια άλλη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δυσκολεύεται να μεταφέρει προφορικά το μήνυμα που θέλει.
Μειωμένη κριτική ικανότητα
Συχνά δεν μπορεί να κρίνει και να υπολογίσει σωστά τις αποστάσεις όταν περπατά ή όταν οδηγεί.
Τοποθέτηση αντικειμένων σε λανθασμένη θέση
Π.χ. τοποθετεί τα κλειδιά στο ψυγείο ή την χτένα στον σκουπιδοτενεκέ.
Αναπάντεχες αλλαγές στην συμπεριφορά
Μπορεί να έχει μανιακές σκέψεις και να συμπεριφερθεί με ακραίο τρόπο, ακόμη και όταν δεν υπάρχει προφανής λόγος.
Απώλεια πρωτοβουλίας
Παραιτείται απο τις δραστηριότητες, που παλαιότερα το ευχαριστούσαν.
Τι πρέπει να κάνουμε αν υποψιαζόμαστε οτι κάποιος συγγενής μας εμφανίζει άνοια;
Αν υποψιάζεστε οτι ένα άτομο του οικογενειακού σας περιβάλλοντος εμφανίζει συμπτώματα άνοιας, το καλύτερο που έχετε να κάνετε είναι να το παραπέμψετε για έγκυρη και έγκαιρη διάγνωση σε κάποιον ειδικό ιατρό. Οι αρμόδιες ειδικότητες για μια τέτοια πάθηση είναι οι νευρολόγοι, οι ψυχίατροι και οι γηρίατροι. Ενδέχεται, όμως, ένα άτομο με άνοια, λόγω των εγκαφαλικών αλλαγών που υφίσταται, να είναι ιδαίτερα αρνητικό στο να επισκευτεί έναν γιατρό και να υποστηρίζει οτι δεν έχει τίποτα και να εκνευρίζεται, όταν του προτείνετε κάτι τέτοιο. Σε αυτή την περίπτωση μπορείτε να του προτείνετε να επισκευτείτε έναν γιατρό με σκοπό να ελέγξει την καρδιά του ή την όρασή του ή τη δόση κάποιου φαρμάκου, που λαμβάνει. Επίσης, μπορείτε να προτείνετε να επισκευτείτε απο κοινού έναν γιατρό με σκοπό να πραγματοποιήσετε και οι δύο ένα ckeck up.

Δυσφωνία

  Δυσφωνία είναι η διαταραγμένη παραγωγή φωνής. Ορίζεται ως η ανικανότητα ή δυσκολία να παράγει κανείς ήχους χρησιμοποιώντας τα φωνητικά του όργανα.
Ένα άτομο που πάσχει απο δυσφωνία παράγει φωνή, η οποία είναι: 
τραχειά
πνιγενής
μειωμένης έντασης
με σπασίματα
αναπνευστική
βραχνή
αδύναμη
Βασική προϋπόθεση για να χαρακτηριστεί δυσφωνικός είναι να παράγει έστω ένα είδος φωνής απο τα παραπάνω. Αν δεν μπορεί να παράγει καθόλου φωνή, τότε χαρακτηρίζεται ως Αφωνικός.
     Η φωνή παράγεται κατά τη διέλευση του αέρα μέσα απο της φωνητικές χορδές και μετά απο τη δόνηση αυτών.  Οι διαταραχές στη φώνηση ενδέχεται να είναι αποτέλεσμα ποικίλων συνθηκών.
Διαταραχές Φώνησης Οργανικής Αιτιολογίας
Ασθένειες του λάρυγγα
1. Βακτηριδιακή/ ιώδης/ μυκητιακή μόλυνση
2. Καλοήθης ασθένεια του λάρυγγα (οξεία / χρόνια λαρυγγίτιδα, κονδυλώματα, κύστεις των φωνητικών χορδών, γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, άσθμα)
3. Κακοήθης ασθένεια του λάρυγγα
Ανατομικές ανωμαλίες
1. Ανατομικές δυσμορφίες εκ γενετής (λαρυγγικός ιστός)
2. Τραύμα/ κάκωση του λάρυγγα (ύστερα απο ατύχημα ή στραγγαλισμό ή διασωλήνωση ή εισπνοή χημικών ή αιχμηρό αντικείμενο)
Νευρολογικές παθήσεις (καρδιαγγειακό επεισόδιο, κρανιοεγκεφαλική κάκωση, εκφυλιστικά νοσήματα, ιδιοπάθεια)
Ενδοκρινολογικοί παράγοντες
1. Διαταραχή του ενδοκρινολογικού συστήματος (υποθυρεοειδισμός, υπερθυρεοειδισμός)
2. Ασθένεια του ενδοκρινολογικού συστήματος
3. Λήψη φαρμάκων
Διαταραχές φώνησης λόγω (κακής) φωνητικής συμπεριφοράς
Υπερλειτουργικές/ υπερκινητικές διαταραχές φώνησης
1. Φωνητικά οζίδια
2. Οίδημα του Reinke
3. Πολύποδες φωνητικών χορδών
4. Έλκη εξ’ επαφής
Διαταραχές φώνησης ψυχογενούς αιτιολογίας
Άγχος
Προβλήματα ηβιφωνίας
Ψυχογενής δυσφωνία
Διαταραχές φώνησης στα παιδιά
Συγγενείς
1. Λαρυγγικός ιστός
2. Κρανιοπροσωπικές ανωμαλίες (π.χ. σχιστίες)
3. Παράλυση φωνητικών χορδών
4. Όγκοι
5. Κώφωση
Επίκτητες
1. Φωνητικά οζίδια
2. Κονδυλώματα
3. Τραύμα
     Ύστερα απο έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση της διαταραχής που εμφανίζει κάποιος στη φωνή του, ο Λογοθεραπευτής σε συνεργασία με τον Ωτορινολαρυγγολόγο θα εκπονήσουν ένα ατομικό πρόγραμμα αποκατάστασης της φωνητικής διαταραχής με σκοπό την ανακούφιση του ασθενούς απο τα ενοχλητικά συμπτώματα της δυσφωνίας και την αποφυγή επέκτασης και επανεμφάνισης της βλάβης.  

Δυσφαγία

  Δυσφαγία ή διαταραχή κατάποσης είναι η καθυστερημένη ή εσφαλμένη κατεύθυνση του υγρού ή στερεού βλωμού τροφής απο το στόμα στο στομάχι.
     Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τι συμβαίνει όταν ένα άτομο παρουσιάζει δυσφαγία, πρέπει πρωτίστως να κάνουμε μια γρήγορη ανασκόπηση στη διαδικασία φυσιολογικής κατάποσης υγρών ή στερεών τροφών.
     Η ασφαλής κατάποση υγρής ή στερεάς τροφής πραγματοποιείται με την ολοκλήρωση των παρακάτω σταδίων:
προπαρασκευαστικό στάδιο (μάσηση της τροφής μαζί με ποσότητα σιέλου και μορφοποίση ενός σφαιρικού βλωμού έτοιμου για κατάποση)
στοματικό στάδιο (η γλώσσα προωθεί το βλωμό στο στοματοφάρυγγα, ενεργοποιείται το αντανακλαστικό της κατάποσης και απο εκεί ο βλωμός οδηγείται στον υποφάρυγγα)
φαρυγγικό στάδιο (ο βλωμός διέρχεται το πρόσθιο φαρυγγικό τόξο και μεταφέρεται μέσω του φάρυγγα στο άνω τμήμα του οισοφάγου, παράλληλα ανυψώνεται ο λάρυγγας και κλείνουν οι φωνητικές χορδές για να μην εισέλθει η τροφή στους πνεύμονες)
οισοφαγικό στάδιο (ο βλωμός εισέρχεται στον οισοφάγο)
     Ένας υγρός βλωμός μπορεί να διέλθει απο το φάρυγγα μέσα σε 2 δευτερόλεπτα και να εισέλθει στο στομάχι σε λιγότερο απο 5 δευτερόλεπτα.
     Ως έμβρυο η κατάποση αρχίζει με αναρροφητικές κινήσεις, πίνοντας αμνιακό υγρό και μερικές φορές φέρνοντας τον αντίχειρα στο στόμα.
    Αργότερα, το νεογνό όταν αναρροφά απο τη θηλή αντλεί επανειλημμένα με τη γλώσσα του το γάλα.
    Τα φυσιολογικά βρέφη μπορεί να πραγματοποιούν 2 – 7 αντλήσεις, οι περισσότερες εκ των οποίων θεωρούνται αφύσικες. Στον 7ο μήνα επιτυγχάνεται το δάγκωμα περίπου και τον 10ο – 12ο μήνα αρχίζει η μάσηση.
     Ο φυσιολογικός τρόπος μάσησης μπορεί να ολοκληρωθεί στα 3 – 4 χρόνια. Όταν το νεογνό αρχίσει να καταπίνει περαστά και μαλακές τροφές, το στοματικό και φαρυγγικό στάδιο κατάποσης φυσιολογικά είναι όμοια με αυτά ενός ενήλικα.
Ένα παιδί με δυσφαγία μπορεί να αρνείται το φαγητό, να δέχεται μόνο περιορισμένη ποικιλία ή ποσότητα τροφών και υγρών ή να επιδεικνύει κατά τη διάρκεια του γεύματος ανάρμοστη σε σχέση με την ηλικία του συμπεριφορά.
Τα σημάδια και τα συμπτώματα μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με την ηλικία του παιδιού, αλλά μπορεί να περιλαμβάνουν:
Δυσκολίες στην αναπνοή κατά τη διάρκεια της σίτισης που μπορεί να σηματοδοτούνται από:
Αυξημένο αναπνευστικό ρυθμό κατά τη διάρκεια της σίτισης
Αλλαγή στο χρώμα του δέρματος (κυάνωση)
Άπνοια
Σταματάει συχνά εξαιτίας δυσκολιών στις διαδοχικές κινήσεις του μοτίβου πιπιλίζω-καταπίνω-αναπνέω
Υποξία (μείωση του οξυγόνου)
Αλλαγές στους φυσιολογικούς ρυθμούς των χτύπων της καρδιάς (βραδυκαρδία/ταχυκαρδία) σε σχέση με τη σίτιση
Βήχας και πνιγμός κατά τη διάρκεια ή μετά την κατάποση
Κλάμα κατά τη διάρκεια της σίτισης
Μειωμένη απόκριση κατά τη διάρκεια της σίτισης
Αφυδάτωση
Δυσκολία στη μάσηση τροφών των οποίων η υφή μπορεί να είναι κατάλληλη για την ηλικία (μπορεί να φτύσει μερικώς μασημένη τροφή)
Δυσκολία στην έναρξη της κατάποσης
Δυσκολία στη διαχείριση εκκρίσεων (συμπεριλαμβανομένων των εκκρίσεων σίελου που δεν σχετίζονται με την οδοντοφυΐα)
Σημάδια δυσφορίας, όπως μορφασμοί, απλώνει τα δάχτυλα μπροστά από το στόμα, γυρνάει το κεφάλι σε αντίθετη κατεύθυνση από το φαγητό
Συχνή συμφόρηση, συγκεκριμένα μετά τα γεύματα
Συχνές ασθένειες του αναπνευστικού συστήματος
Πνίξιμο
Απώλεια τροφής/υγρών από το στόμα όταν τρώει
Θορυβώδης ή υγρή φωνή (γουργούρισμα) κατά τη διάρκεια και κατόπιν της σίτισης
Άρνηση τροφών που έχουν συγκεκριμένο τύπο και υφή
Λήψη μικρών ποσοτήτων, παραγέμισμα στο στόμα και αποθήκευση τροφών
Εμετός (περισσότερο από το τυπικό «φτύσιμο»)
Απώλεια βάρους ή έλλειψη του κατάλληλου βάρους
Συχνές αιτίες της παιδιατρικής δυσφαγίας περιλαμβάνουν:
Αναπηρία στην αναπτυξιακή ηλικία (δηλαδή, αναπηρία με έναρξη πριν τα 22 έτη που απαιτεί εφόρου ζωής ή παρατεταμένη ιατρική, θεραπευτική και κατ’ οίκον υποστήριξη που αναλογεί σε πνευματική ή φυσική βλάβη ή ένα συνδυασμό πνευματικών και φυσικών βλαβών).
Νευρολογικές διαταραχές (π.χ. εγκεφαλική παράλυση, μηνιγγίτιδα, εγκεφαλοπάθεια. Διάχυτες αναπτυξιακές διαταραχές, τραυματική εγκεφαλική βλάβη, μυϊκή αδυναμία στο πρόσωπο και το λαιμό).
Παράγοντες που επηρεάζουν το νευρομυϊκό συντονισμό (π.χ. προωρότητα, χαμηλό βάρος γέννησης).
Πολυσύνθετες ιατρικές καταστάσεις (π.χ. καρδιακό νόσημα, πνευμονοπάθεια, γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση, καθυστερημένη γαστρική εκκένωση).
Δομικές ανωμαλίες (π.χ. σχιστίες, δυσμορφία λάρυγγα, τραχειοοισοφαγικό συρίγγιο, οισοφαγική ατρησία, ανωμαλίες κεφαλής και λαιμού, ατρησία ρινικής χοάνης).
Γενετικά σύνδρομα (Pierre Robin, Prader-Willi, Treacher-Collins)
Αισθητηριακά προβλήματα ως κύρια αιτία ή δευτερογενή σε περιορισμένη διαθεσιμότητα των τροφίμων σε πρώιμη ανάπτυξη (π.χ. σε παιδιά που υιοθετήθηκαν από ιδρυματική περίθαλψη).
Παράγοντες Συμπεριφοράς
Κοινωνικά, συναισθηματικά και περιβαλλοντικά θέματα (π.χ. δυσκολίες αλληλεπίδρασης γονέα-παιδιού κατά τη διάρκεια του γεύματος.
Τα αποτελέσματα ή οι μακροπρόθεσμες συνέπειες για ένα παιδί διαγνωσμένο με παιδιατρική δυσφαγία περιλαμβάνουν:
Φτωχή ταχύτητα αύξησης του βάρους και/ή υποσιτισμός
Πνευμονία από εισρόφηση
Αποστροφή από το φαγητό
Αποστροφή της σίτισης από το στόμα
Μηρυκαστική διαταραχή (ακούσια και αναστοχαστική παλινδρόμηση των αχώνευτων τροφίμων που μπορεί να συνεπάγεται και την εκ νέου κατάποση τροφής).
Αφυδάτωση
Συνεχιζόμενη ανάγκη για εντερική ή παρεντερική διατροφή.

     Οι διαταραχές κατάποσης είναι συνήθως το αποτέλεσμα νευρολογικών παθήσεων. Επειδή οι νευρολογικές παθήσεις είναι συχνότερες στην τρίτη ηλικία, είναι σημαντικό να καταλάβει κανείς την επίδραση της ηλικίας στην διαδικασία της κατάποσης. Πιο συγκεκριμένα, είναι πιθανό να παρατηρηθεί δυσφαγία, όταν πληρείται μια εκ των παρακάτω συνθηκών:
Τρίτη ηλικία (45% των ατόμων ηλικίας 75 ετών και άνω εμφανίζει δυσφαγία)
Αγγειακό Εγκεφαλικό Επεισόδιο (50% των ασθενών εμφανίζει δυσφαγία ύστερα απο οξύ Α. Ε. Ε.)
Βλάβη του αριστερού κυρίαρχου ημισφαιρίου
Βλάβη του υπολειπόμενου δεξιού ημισφαιρίου
Προσβολή αμφότερων των ημισφαιρίων
Ισχαιμικό Έμφρακτο Επεισόδιο
Προσβολή του Εγκεφαλικού Στελέχους
Άνοια
Κρανιοεγκεφαλικές Κακώσεις
Κάκωση του Νωτιαίου Μυελού
Νόσος του Parkinson
Nόσος Κινητικού Νευρώνος
Σκλήρυνση κατά πλάκας (MS)
Μυασθένεια (Myasthenia gravis)
     Τα συμπτώματα της δυσφαγίας δεν είναι εύκολο να αναγνωριστούν. Δεν μπορούν όλοι οι ασθενείς να περιγράψουν τα συμπτώματά τους. Πολλοί ασθενείς με δυσφαγία δεν προσφεύγουν αμέσως για ιατρική βοήθεια αλλά κάνουν μόνοι αλλαγές στον τρόπο σίτισης. Πολλοί είναι δύσκολο να θυμηθούν πόσο καιρό έχουν παρατηρήσει αυτά τα συμπτώματα. Ωστόσο, η λεπτομερής περιγραφή των συμπτωμάτων απο τον ασθενή μπορεί να είναι χρήσιμη για την διάγνωση και να βοηθήσει των λογοθεραπευτή στην επιλογή των διαγνωστικών δοκιμασιών. Ένα απο τα πιο συχνά παράπονα των δυσφαγικών ασθενών είναι οτι στερεές τροφές ή υγρά “φρακάρουν” στο λαιμό ή τον οισοφάγο. Επίσης, συχνά, αναφέρουν οτι πνίγονται κατά την κατάποση υγρών ή στερεών τροφών. Αναφορικά παρατίθενται κάποια σημεία – ενδείξεις παρουσίας δυσφαγίας:
κόπωση κατά τη διάρκεια μάσησης στερεάς τροφής
παλινδρόμηση της τροφής στο στόμα ή τη μύτη
σημαντική απώλεια σωματικού βάρους
ξηροστομία
σιελόροια
απώλεια της ευχαρίστησης του γεύματος
δυσκολία λήψεως του βλωμού απο το κουτάλι
ελαττωμένη ικανότητα δαγκώματος
ανεπαρκής ή απούσα ικανότητα μάσησης
αυξημένος χρόνος για την διεκπεραίωση του γεύματος
έλλειψη έναρξης κατάποσης
βήχας κατά τη διάρκεια ή μετά την κατάποση
καθαρισμός του λαιμού κατά ή μετά την κατάποση
πνίξιμο κατά ή μετά την κατάποση
στραβοκατάπημα πριν ή κατά τη διάρκεια ή το τέλος της κατάποσης
αίσθημα καθηλώσεως του βλωμού στον λαιμό
πόνος κατά την κατάποση (οδυνοφαγία)
φόβος λήψης τροφής
αυξημένες εκκρίσεις κατά την διάρκεια ή μετά το γεύμα
καούρα
δυσπεψία
ναυτία / εμετός
υπερβολικό ρέψιμο
ξυνή γεύση στο στόμα
χρόνια κακή αναπνοή
δύσπνοια
συχνοί πονόλαιμοι
στομαχόπονοι
μεταβολές της φωνής
     Αν υπάρχουν υποψίες δυσφαγίας, ο Λογοθεραπευτής σε συνεργασία με το Νευρολόγο, θα παραπέμψουν το άτομο για την διεξαγωγή συγκεκριμένων εργαστηριακών εξετάσεων με σκοπό να αποσαφηνιστεί αν υπάρχει δυσφαγία, σε ποιό στάδιο και με ποιά σύσταση τροφών. Στη συνέχεια θα προβεί ο Λογοθεραπευτής στη κατάλληλη παρέμβαση με στόχο την ασφαλή σίτιση του ατόμου.

Δυσλεξία

Μύθοι για τη Δυσλεξία
-Η δυσλεξία επηρεάζει τον προφορικό λόγο των παιδιών.
-Τα περισσότερα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες ή μειωμένη σχολική επίδοση έχουν δυσλεξία.
-Όλα τα παιδιά που μπερδεύουν το “3” με το “ε” ή το “δ” με το “θ” έχουν δυσλεξία.
-Τα δυσλεξικά παιδιά βλέπουν τα σχήματα ή τα γράμματα ανάποδα. Εάν ένα παιδί δεν έχει καθρεπτική γραφή και δεν γράφει τα γράμματα ανάποδα τότε αποκλείεται να έχει δυσλεξία.
-Η αριστεροχειρία προκαλεί δυσλεξία.
-Τα δυσλεξικά παιδιά μεγαλώνοντας θα ξεπεράσουν τη δυσλεξία τους .
-Η δυσλεξία οφείλεται σε ψυχολογικά αίτια.
-Η δυσλεξία μπορεί να διαγνωσθεί κάνοντας εγκεφαλογράφημα ή άλλη εργαστηριακή εξέταση.
-Κάθε παιδί που στην αρχή της φοίτησης του στο σχολείο δυσκολεύεται στην ανάγνωση και τη γραφή έχει δυσλεξία.
Τι είναι Δυσλεξία;
Η δυσλεξία επηρεάζει τη ζωή εκατομμυρίων παιδιών και ενηλίκων σε όλο τον κόσμο, με σοβαρές εκπαιδευτικές, ψυχολογικές και κοινωνικές συνέπειες. Εκδηλώνεται τα πρώτα χρόνια φοίτησης στο Δημοτικό σχολείο ως μία απροσδόκητη και ανεξήγητη μαθησιακή δυσκολία στην ανάγνωση και γραφή, σε φυσιολογικά παιδιά με κανονική ή και ανώτερη ευφυΐα που μέχρι τότε τίποτε δεν έδειχνε ότι είχαν κάποιο πρόβλημα.
Η διεθνής ομοσπονδία Νευρολογίας καθορίζει τη δυσλεξία ως σύνδρομο που εκδηλώνεται με απροσδόκητη αποτυχία στην εκμάθηση του γραπτού λόγου, ιδιαίτερα της ανάγνωσης, παρά την επαρκή σχολική εκπαίδευση, τη φυσιολογική νοημοσύνη και τις επαρκείς κοινωνικο-πολιτιστικές ευκαιρίες. Οφείλεται σε νευρολογική διαταραχή που επηρεάζει θεμελιακές λειτουργίες της μάθησης.
Από τον ορισμό προκύπτει ότι έχουμε να κάνουμε με μία διαταραχή που:
1. Αφορά και περιορίζεται μόνο στο γραπτό λόγο και όχι στον προφορικό. Περιορίζεται δηλαδή σε διαταραχή των δεξιοτήτων εκείνων που είναι αναγκαίες για την εκμάθηση της ανάγνωσης, της γραφής και της ορθογραφίας.
2. Το δεύτερο στοιχείο είναι ότι η δυσλεξία είναι σύνδρομο και ως σύνδρομο δεν μπορεί παρά η διάγνωση της να στηρίζεται σε περιγραφή τυπικών χαρακτηριστικών εκδηλώσεων.
3. Παρουσιάζεται σε παιδιά με κανονική ή και ανώτερη νοημοσύνη που φοιτούν σε κανονικά σχολεία κι έχουν εκτεθεί σε συνήθη κοινωνικά και πολιτιστικά ερεθίσματα. Δηλαδή δεν πρόκειται για περιβαλλοντικό πρόβλημα, αλλά για νευρολογική διαταραχή που επηρεάζει θεμελιώδεις λειτουργίες μάθησης.
Πόσο συχνή είναι η Δυσλεξία;
Υπολογίζεται ότι περίπου 1-3% του συνολικού πληθυσμού εμφανίζει δυσλεξία, ενώ το ποσοστό των παιδιών σχολικής ηλικίας που για διάφορους λόγους εμφανίζουν μαθησιακές δυσκολίες, χωρίς να έχουν δυσλεξία είναι πολύ μεγαλύτερο και υπολογίζεται σε 20-25%.
Τι προκαλεί τη Δυσλεξία;
Μολονότι η ακριβής αιτιολογία του συνδρόμου της δυσλεξίας είναι άγνωστη, φαίνεται ότι έχουμε να κάνουμε με δυσλειτουργία συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου ο οποίος είναι φυσιολογικός κατά τα άλλα, πολλές φορές μάλιστα μπορεί να είναι και μεγαλοφυής.
Σήμερα, μολονότι είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο, από πολλές νευρολογικές μελέτες πως η αιτία της δυσλεξίας οφείλεται σε νευρολογική διαταραχή, η ακριβής θέση των δυσλειτουργούντων κυκλωμάτων του εγκεφάλου δεν έχει ακόμα εντοπισθεί με ακρίβεια. Από πρόσφατες νευροφυσιολογικές και παθολο-ανατομικές μελέτες εγκεφάλων δυσλεξικών ανθρώπων καθώς και από πειραματικά δεδομένα, ενισχύεται η πεποίθηση ότι η δυσλεξία οφείλεται σε φλοιώδη εγκεφαλική μικροδυσγενεσία συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφάλου. Η φλοιώδης αυτή μικροδυσγενεσία είναι αποτέλεσμα διαταραχών στη μετανάστευση νευρικών κυττάρων που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών της εμβρυϊκής ζωής.
Ποια είναι τα συμπτώματα της Δυσλεξίας;
Τα συμπτώματα του συνδρόμου της δυσλεξίας είναι:
-Δυσκολία στην ανάγνωση
-Δυσκολία στη γραφή
-Δυσκολία στην ορθογραφία
-Διάσπαση προσοχής
-Διαταραχή προσανατολισμού
-Προβλήματα οφθαλμοκίνησης
-Δυσχέρεια αντίληψης της αλληλουχίας
-Δευτεροπαθή ψυχολογικά προβλήματα
Η δυσκολία στην ανάγνωση συνίσταται σε κοπιώδες, συλλαβιστό διάβασμα που γίνεται με μονότονη φωνή και αγνόηση της στίξης και που χαρακτηρίζεται από συντμήσεις, αναστροφές, παραλείψεις και αντικαταστάσεις λέξεων. Έτσι ο δυσλεξικός μπορεί να διαβάσει “πετράζι” αντί για “τραπέζι”, “μαύρος” αντί “σκοτεινός”, “διαβάτης” αντί “διαβάζεις” κλπ. Οι δυσλεξικοί δεν κατανοούν φυσικά το κείμενο διαβάζουν και βεβαίως δεν διαβάζουν ποτέ για ευχαρίστηση.
Η δυσκολία στη γραφή και ορθογραφία συνίσταται σε δυσανάγνωστο και αργό γράψιμο με ασυνέπεια γραφής της ίδιας λέξης στο κείμενο και αλλοπρόσαλλη ορθογραφία. Οι διαταραχές στον προσανατολισμό εκδηλώνονται κυρίως με δυσκολία στη διάκριση αριστερού και δεξιού.
Η δυσχέρεια αντίληψηςτης διαδοχής και αλληλουχίας εκδηλώνεται με δυσκολία στην επανάληψη αριθμών με καθορισμένη σειρά.
Οι διαταραχές της οφθαλμοκίνησης, έχει παρατηρηθεί ότι ενώ οι κινήσεις των ματιών ενός φυσιολογικού αναγνώστη ακολουθούν συγκεκριμένη φορά από τα αριστερά προς τα δεξιά κι έχουν σταθερό μέγεθος και διάρκεια, του δυσλεξικού αναγνώστη είναι ακανόνιστες, γρήγορες και παλινδρομούν στην προσπάθειά τους να διαβάσουν τις λέξεις.
Τα δευτεροπαθή ψυχολογικά προβλήματα των δυσλεξικών περιλαμβάνουν υπερευαισθησία στην κριτική, εύκολη αποθάρρυνση, χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση με αποτέλεσμα την αρνητική τοποθέτηση προς το σχολείο και τη μάθηση.
Πώς γίνεται η διάγνωση της Δυσλεξίας;
Για τη διάγνωση της δυσλεξίας απαραίτητη είναι η ανεύρεση όλων των τυπικών χαρακτηριστικών του συνδρόμου, όπως αναφέρθηκαν. Δεν αρκούν όμως αυτά. Παράλληλα θα πρέπει να εξασφαλίσουμε:
1. την ύπαρξη φυσιολογικής όρασης, ακοής και κινητικότητας,
2. την απουσία οργανικού νοσήματος που μπορεί να επηρεάζει τη μάθηση, π.χ. επιληψία,
3. την επαρκή σχολική εκπαίδευση,
4. το ευνοϊκό οικογενειακό περιβάλλον,
5. τη φυσιολογική νοημοσύνη που καθορίζει ως νοητικό πηλίκο IQ › 90 και
6. αναγνωστική ικανότητα τουλάχιστον κατά 2 χρόνια χαμηλότερη από αυτή που προβλέπεται από το δείκτη νοημοσύνης του, π.χ. ένα παιδί ηλικίας 10 χρόνων με νοητική ηλικία 10 χρόνων να έχει αναγνωστική ηλικία κάτω των 8 χρόνων. Θα πρέπει να τονιστεί ότι ο έλεγχος της αναγνωστικής ικανότητας γίνεται με ειδικές σταθμισμένες δοκιμασίες που καθορίζουν με ακρίβεια την αναγνωστική ικανότητα του παιδιού και δίνουν ισοδύναμη αναγνωστική ηλικία.
Από όλα αυτά γίνεται κατανοητό ότι η διάγνωση της δυσλεξίας δεν είναι ούτε απλή ούτε εύκολη διαδικασία. Αντίθετα απαιτεί εμπειρία, εξειδίκευση και μεγάλη προσοχή και γι’ αυτό θα πρέπει να γίνεται από ομάδα ειδικών που θα περιλαμβάνει ειδικευμένο παιδίατρο και εκπαιδευτικό ψυχολόγο και κατά περίπτωση άλλους ειδικούς όπως νευρολόγο, οφθαλμίατρο, λογοθεραπευτή κλπ. που θα εκτιμήσουν προσεκτικά τις ικανότητες και τις αδυναμίες του παιδιού πριν του βάλουν την ετικέτα του “δυσλεξικού”.
Θεραπεύεται η Δυσλεξία ;
Η δυσλεξία αφού είναι χρόνια νευρολογική διαταραχή δεν θεραπεύεται. Αυτό σημαίνει ότι το πραγματικά δυσλεξικό παιδί θα εξελιχθεί σε δυσλεξικό ενήλικα. Οι ικανότητες όμως δυσλεξικών παιδιών βελτιώνονται αρκετά με την εφαρμογή ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων. Γι αυτό και η έγκαιρη αντιμετώπιση της έχει καθοριστική σημασία για την εξέλιξη των δυσλεξικών ατόμων.
Πώς αντιμετωπίζεται η Δυσλεξία;
Η αντιμετώπιση της δυσλεξίας είναι σύνθετη και περιλαμβάνει: Εκπαιδευτικές και υποστηρικτικές μεθόδους που γίνονται πάντα με παράλληλη ψυχολογική υποστήριξη του δυσλεξικού παιδιού και της οικογένειάς του:
Οι εκπαιδευτικές μέθοδοι που εφαρμόζονται για την αντιμετώπιση της δυσλεξίας χρησιμοποιούν: α) ειδικό εκπαιδευτικό υλικό( ειδικά βιβλία), β) εκπαίδευση σε Η/Υ και γ) διδασκαλία με ακουστικά μέσα όπως π.χ. μαγνητόφωνα, δ) πολυαισθητηριακές μέθοδοι μάθησης. Οι εκπαιδευτικές αυτές μέθοδοι υποστηρίζεται από μερικούς ότι βελτιώνουν τις ικανότητες των δυσλεξικών, η αποτελεσματικότητά τους όμως είναι αμφίβολη κι αυτό είναι αναμενόμενο, αφού η δυσλεξία ως νευρολογική διαταραχή που είναι δε θεραπεύεται, δηλαδή το δυσλεξικό παιδί θα εξελιχθεί σε δυσλεξικό ενήλικο.
Η σύγχρονη αντιμετώπιση της δυσλεξίας περιορίζεται στην εφαρμογή υποστηρικτικών μεθόδων που αποσκοπούν στη βελτίωση της εικόνας των δυσλεξικών, δηλαδή στην αξιοπρεπή παρουσίαση του γραπτού τους λόγου και γίνονται με τη χρησιμοποίηση φορητών Η/Υ (lap top computers) με ειδικά προγράμματα που διορθώνουν αυτόματα τα ορθογραφικά τους λάθη και εμπλουτίζουν το λεξιλόγιό τους.
Τέλος η ψυχολογική υποστήριξη απευθύνεται στο παιδί, στην οικογένεια και στο σχολείο κι έχει στόχο τη διατήρηση της αυτοεκτίμησης και αυτοπεποίθησης του παιδιού σε υψηλά επίπεδα, ώστε να σπάσει ο φαύλος κύκλος της απογοήτευσης, διότι στην περίπτωση των δυσλεξικών υπάρχει υψηλή προσπάθεια χωρίς αποτέλεσμα. Σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες, βάσει της ειδικής νομοθεσίας, οι μαθητές που έχουν χαρακτηρισθεί σαν δυσλεξικοί από τα επίσημα εξεταστικά κέντρα του κράτους (Ιατροπαιδαγωγικές Υπηρεσίες, Κέντρα Ψυχικής Υγιεινής και Ειδικά Αναπτυξιακά Κέντρα Νοσοκομείων), βαθμολογούνται στα μαθήματα με βάση την προφορική και όχι τη γραπτή τους επίδοση.
Η αλήθεια για την Δυσλεξία
Η ποικιλία των εκδηλώσεων της δυσλεξίας, η άγνωστη μέχρι σήμερα αιτιολογία της αλλά κυρίως η έλλειψη αντικειμενικών μεθόδων για τη διάγνωση της, κάνουν ιδιαίτερα δύσκολη τη διάκριση των πραγματικών δυσλεξικών παιδιών από εκείνα που εμφανίζουν γενικού τύπου μαθησιακές δυσκολίες, χωρίς όμως να έχουν δυσλεξία. Η διάκριση όμως αυτή είναι ουσιώδης και πρέπει να γίνεται διότι τόσο η αντιμετώπιση, όσο και η πρόγνωση στις δύο αυτές καταστάσεις διαφέρουν σημαντικά.
Ο όρος “δυσλεξία” στη χώρα μας είναι παρεξηγημένος και τούτο διότι στο άκουσμα του μας δημιουργείται η εντύπωση ότι αναφέρεται σε κάποια γενική διαταραχή της λειτουργίας του λόγου και της ομιλίας, ενώ η δυσλεξία αφορά και περιορίζεται σε διαταραχή μόνο του γραπτού λόγου. Ετυμολογικά η λέξη “δυσλεξία” κατ΄ άλλους προέρχεται από το λατινικό ρήμα lego, που σημαίνει διαβάζω, κατ΄άλλους προέρχεται από το “δυσ” και “λέξη” και σημαίνει τη δυσκολία που έχουν τα άτομα αυτά να διαβάζουν τις λέξεις.
Η δυσλεξία είναι ειδική μαθησιακή δυσκολία με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και προεκτάσεις, επομένως είναι απαραίτητο να διακρίνεται από τις μη ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, οι οποίες οφείλονται σε διάφορα βιολογικά και εκπαιδευτικά αίτια όπως:
α) σε χαμηλή νοημοσύνη
β) σε σοβαρές αισθησιακές διαταραχές κυρίως της όρασης, της ακοής και της κινητικότητας
γ) σε ανεπαρκή σχολική εκπαίδευση π.χ. συχνές απουσίες πάνω από 10% διδακτικές ημέρες του σχολικού έτους ή συχνές αλλαγές σχολείου πάνω από 2 φορές το χρόνο,
δ) σε δυσμενές οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον που εμποδίζει την απόκτηση νέων γνώσεων από το παιδί,
ε) σε διαταραχές του προφορικού λόγου.
Κατά κανόνα, τα παιδιά που έχουν προβλήματα στον προφορικό τους λόγο τα μεταφέρουν και στο γραπτό.
Για να θέσουμε με βεβαιότητα τη διάγνωση της δυσλεξίας θα πρέπει το παιδί να έχει φοιτήσει τουλάχιστον 2 χρόνια στο σχολείο, αφού η αναγνωστική του ικανότητα θα πρέπει να υπολείπεται κατά 2 χρόνια από την αναμενόμενη για το δείκτη νοημοσύνης του.
Κάθε μικρή επιβράδυνση ή δυσκολία στην εκμάθηση της ανάγνωσης και της γραφής στις 2 πρώτες τάξεις του Δημοτικού, δε σημαίνουν οπωσδήποτε δυσλεξία. Αντίθετα, είναι αρκετά συχνές και τις περισσότερες φορές είναι παροδικές και βελτιώνονται με την κατάλληλη εκπαιδευτική βοήθεια.

Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες

Ο όρος «Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες» αναφέρεται σε μία ξεχωριστή κατηγορία δυσκολιών που αφορούν τη μάθηση, και πιο συγκεκριμένα την επεξεργασία του γραπτού λόγου.
Εκφράζονται με την έντονη και επίμονη δυσκολία του μαθητή να αποκτήσει τις ικανότητες Ανάγνωσης, Ορθογραφημένης Γραφής και/ή τη Μαθηματική Ικανότητα, σε βαθμό ανάλογο με τη χρονολογική ηλικία του, τη νοημοσύνη του και την εκπαίδευση που έχει λάβει.
Τρεις κατηγορίες Ε.Μ.Δ.
1) Διαταραχή της Ανάγνωσης
Η επίδοση στην ανάγνωση είναι σημαντικά κάτω από το αναμενόμενο, δεδομένων της χρονολογικής ηλικίας του ατόμου, της μετρηθείσας νοημοσύνης του και της εκπαίδευσης που αντιστοιχεί στην ηλικία.
Βασικότερα συμπτώματα:
Ανάγνωση αργή, με δισταγμό, χωρίς ροή, συχνά συλλαβισμός.
Παράλειψη, πρόσθεση, αντικατάσταση γραμμάτων, συλλαβών ή λέξεων κατά την ανάγνωση
Ελλιπής κατανόηση του κειμένου.
2) Διαταραχή της γραπτής έκφρασης / γραφής
Οι δεξιότητες της γραφής είναι σημαντικά κάτω από το αναμενόμενο, δεδομένων της χρονολογικής ηλικίας του ατόμου, της μετρηθείσας νοημοσύνης και της εκπαίδευσης που αντιστοιχεί στην ηλικία.
Βασικά συμπτώματα
Παράλειψη, πρόσθεση, αντικατάσταση γραμμάτων, συλλαβών ή λέξεων κατά την γραφή
Πολλά ορθογραφικά λάθη, ακόμα και σε λέξεις που έχουν συστηματικά διδαχθεί.
Κακογραφία, μουτζούρες, απουσία σημείων στίξης, κατάργηση των διαστημάτων.
Ο όρος «δυσλεξία» που χρησιμοποιείται ευρέως, αναφέρεται στις Διαταραχές Ανάγνωσης και Γραπτής Έκφρασης, που στις περισσότερες περιπτώσεις συνυπάρχουν. Με άλλα λόγια, «δυσλεκτικό» θεωρείται το άτομο που έχει Ειδική Μαθησιακή Δυσκολία Ανάγνωσης και Ειδική Μαθησιακή Δυσκολία Γραπτής Έκφρασης.
Η δυσλεξία δεν είναι διαταραχή της εκφοράς του λόγου. Η ομιλία και η άρθρωση των δυσλεκτικών ατόμων είναι φυσιολογικές (εκτός αν συμβαίνει συμπτωματικά να υπάρχει και κάποια άλλη διαταραχή μαζί με τη δυσλεξία).
3) Διαταραχή των Μαθηματικών
Η μαθηματική ικανότητα είναι σημαντικά κάτω από το αναμενόμενο, δεδομένων της χρονολογικής ηλικίας του ατόμου, της μετρηθείσας νοημοσύνης και της εκπαίδευσης που αντιστοιχεί στην ηλικία. Η Διαταραχή των Μαθηματικών είναι η πιο σπάνια από τις Ε.Μ.Δ.
Βασικά συμπτώματα
Δυσκολία στην αναγνώριση των μαθηματικών συμβόλων ( + , -, x, : )
Δυσκολία στην αντιγραφή αριθμών, πράξεων, δυσκολία στη χρήση «κρατούμενων»
Δυσκολία στην εκμάθηση του πολλαπλασιασμού
Πέρα από τα ειδικά συμπτώματα κάθε Ειδικής Μαθησιακής Δυσκολίας υπάρχουν και ορισμένα γενικά χαρακτηριστικά που μπορεί να έχουν τα άτομα με Ε..Μ..Δ.:
Δυσκολία στον προσανατολισμό, στην αίσθηση του χώρου και του χρόνου
Δυσκολία στην αντίληψη της διαδοχής και της αλληλουχίας
Δυσκολία στην οργάνωση της μελέτης, της εργασίας και του χρόνου τους.
Δυσκολία στην τήρηση του προγράμματος
Έλλειψη ενδιαφέροντος για τα βιβλία και για οτιδήποτε χρησιμοποιείται γραπτός λόγος.
Παρόλη την αδυναμία που δείχνουν τα άτομα με Ε.Μ.Δ. στην έκφραση, έχουν πλούσιο συναισθηματικό κόσμο, καλή κριτική ικανότητα, προβληματίζονται για τα κοινωνικά θέματα, έχουν διαμορφωμένες θέσεις και απόψεις …. όμως συχνά μοιάζει να μην βρίσκουν τις λέξεις για να εκφραστούν!
Συχνότητα εμφάνισης των Ε.Μ.Δ.
Η συχνότητα εμφάνισης των Ε.Μ.Δ είναι δύσκολο να προσδιοριστεί. Το ποσοστό μπορεί να ποικίλλει από χώρα σε χώρα γιατί η διάγνωση των Ε.Μ.Δ. επηρεάζεται τόσο από τα διαγνωστικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται, όσο και από το γλωσσικό περιβάλλον που υπάρχει σε κάθε χώρα. Το ποσοστό των ατόμων με Ε.Μ.Δ. στον ελληνικό χώρο δεν είναι γνωστό, γιατί δεν έχει γίνει καμία επίσημη έρευνα. Υπολογίζεται πάντως ότι το ποσοστό των ατόμων με Ε.Μ.Δ. είναι ~5% του γενικού πληθυσμού.
Που οφείλονται οι Ε.Μ.Δ.
Η αιτιολογία δεν είναι γνωστή. Υπάρχει η υπόθεση ότι οφείλονται σε όποια δυσλειτουργία στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα. Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει κληρονομική βάση (κάποιο μέλος της οικογένειας έχει παρόμοιες δυσκολίες) και σε άλλες υπάρχει συγγενής αιτιολογία (συμβάντα κατά την κύηση ή τον τοκετό).
Οι Ε.Μ.Δ. είναι εγγενείς στο άτομο, δηλ. χαρακτηρίζουν (ή όχι) ένα άτομο από τη γέννησή του μέχρι το τέλος της ζωής του.
Δεν εμφανίζονται ξαφνικά κάποια στιγμή και δεν εξαφανίζονται μετά από χρόνια.
Πως αντιμετωπίζονται οι Ε.Μ.Δ
Όπως είπαμε, οι Ε.Μ.Δ. χαρακτηρίζουν (ή όχι) ένα άτομο από τη γέννηση του μέχρι το τέλος της ζωής του. Με άλλα λόγια, οι Ε.Μ.Δ. δεν «θεραπεύονται». Αυτό, όμως που θεραπεύεται είναι τα συμπτώματά τους.
Με ειδικές μεθόδους διδασκαλίας, με ειδικές ασκήσεις και με κατάλληλη οργάνωση της μελέτης τα άτομα με Ε.Μ.Δ. μαθαίνουν τρόπους να παρακάμπτουν τις δυσκολίες τους και βελτιώνονται σ’ αυτά που υστερούν
Αν έχετε ενδείξεις ότι το παιδί σας έχει Ε.Μ.Δ.
Αν το παιδί σας δυσκολεύεται ιδιαίτερα να διαβάσει, παρ’ ότι τα παιδιά της ηλικίας του έχουν κατακτήσει αυτή τη δεξιότητα, αν κάνει πολλά ορθογραφικά λάθη, ακόμα και σε λέξεις πολύ κοινές, αν δυσκολεύεται ιδιαίτερα να γράψει κάποιο κείμενο, τότε ίσως θα ήταν σκόπιμο να εξετάσετε κατά πόσο το παιδί σας έχει κάποια Ε.Μ.Δ.
Απευθυνθείτε σε κάποιο κέντρο ψυχικής υγείας ή ιδιωτικά σε κάποιο παιδοψυχίατρο, ειδικό παιδαγωγό, λογοθεραπευτή και ζητήστε να γίνει διαγνωστική εκτίμηση. Οι ειδικοί θα κάνουν τη διάγνωση και κατόπιν εφόσον το παιδί σας έχει Ε.Μ.Δ., θα προτείνουν το κατάλληλο πρόγραμμα αποκατάστασης.

ΔΕΠΥ

«Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής-Υπερκινητικότητα» (ΔΕΠΥ) είναι μια αναπτυξιακή διαταραχή που εκδηλώνεται ως επίμονη συμπεριφορά που χαρακτηρίζεται από απροσεξία, υπερβολική κινητική δραστηριότητα και προβλήματα στον έλεγχο της προσοχής και των παρορμήσεων,  που δεν συνδυάζονται με το αναπτυξιακό επίπεδο του ατόμου, επηρεάζουν αρνητικά τη λειτουργικότητά του στις διαπροσωπικές σχέσεις, στο οικογενειακό, σχολικό περιβάλλον και εργασιακό περιβάλλον.
Τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ είναι γνωστό πως αντιμετωπίζουν δυσκολίες στον τομέα της  ανάπτυξης του λόγου και της ομιλίας. Το κύριο χαρακτηριστικό τους είναι η καθυστέρηση ανάπτυξης του λόγου. Ανεξάρτητα όμως από την ενδεχόμενη καθυστέρηση του λόγου, μεγάλο ποσοστό των παιδιών με ΔΕΠ-Υ εμφανίζει έντονα  προβλήματα και στον προφορικό λόγο. Επίσης έχει παρατηρηθεί πώς πολλά παιδιά που αντιμετωπίζουν προβλήματα στον λόγο και την ομιλία τους είναι παιδιά που τους έχει γίνει διάγνωση  ΔΕΠΥ. Στην κατανόηση του προφορικού λόγου τα παιδιά με ΔΕΠΥ δεν φαίνεται να αντιμετωπίζουν μεγαλύτερα προβλήματα από τα <<φυσιολογικά>> παιδιά. Σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση των προβλημάτων του λόγου παίζει και η ηλικία του παιδιού. Δηλαδή όσο μεγαλύτερο είναι το παιδί τόσες λιγότερες δυσκολίες φαίνεται να αντιμετωπίζει με την ομιλία του.
Όταν τα παιδιά με ΔΕΠΥ επικοινωνούν ελεύθερα είναι πιο ομιλητικά από τα φυσιολογικά παιδιά. Ενώ όταν καλούνται να μιλήσουν σε πλαίσιο το οποίο είναι συγκεκριμένο και πρέπει να προσέχουν για να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του τότε ο λόγος τους μοιάζει ανοργάνωτος, σύντομος με όχι και τόσο κανονική ροή. Όταν λοιπόν το παιδί βρίσκεται σε θέση που πρέπει να απαντήσει συγκεκριμένα ερωτήματα ή να ακολουθήσει κάποια δομημένη διαδικασία όπως είναι η περιγραφή και η αφήγηση, η ομιλία του χειροτερεύει σε αντίθεση με την ελεύθερη ομιλία. Αυτό συμβαίνει επειδή στην ελεύθερη ομιλία δεν χρειάζεται να οργανώσει την σκέψη του ούτε και να είναι πιο προσεκτικό όπως όταν καλείται να μιλήσει σε οργανωμένο πλαίσιο. Αυτό ουσιαστικά που το δυσκολεύει είναι το γεγονός ότι πρέπει να βάλει όρια το ίδιο το παιδί στον εαυτό του για να ανταπεξέλθει. Αυτές οι δυσκολίες των παιδιών με ΔΕΠΥ αποδεικνύουν πως τα προβλήματα τους δεν είναι καθαρά προβλήματα λόγου και ομιλίας  αλλά σχετίζονται με πιο βαθιά αίτια που προκαλούν δυσκολίες σε άλλες ανώτερες γνωστικές λειτουργίες, οι οποίες απαιτούν οργάνωση της σκέψης και της συμπεριφοράς.
        Πιο αναλυτικά, θα παρουσιαστούν παρακάτω οι δυνατότητες και τα ελλείμματα των παιδιών με ΔΕΠΥ σε κάθε τομέα του γλωσσικού συστήματος, δηλαδή στην φωνολογία, σημασιολογία, γραμματική και πραγματολογία .Οι Kim και Kaiser το 2000 εξέτασαν τις σημασιολογικές και συντακτικές ικανότητες των παιδιών αυτών τόσο στον τομέα της κατανόησης όσο και στον τομέα παραγωγής σε προφορικό και γραπτό λόγο. Το δείγμα που εξετάστηκε στην έρευνα ήταν 11 παιδιά με ΔΕΠΥ και 11 παιδιά φυσιολογικά αναπτυσσόμενα στην ίδια ηλικία. Τα αποτελέσματα έδειξαν χαμηλές επιδόσεις των παιδιών με ΔΕΠΥ στην μίμηση προτάσεων και στην άρθρωση  σε σύγκριση με τα τυπικώς αναπτυσσόμενα παιδιά , τα οποία έδειξαν υψηλότερες επιδόσεις. Σε ότι αφορά  την κατανόηση και διάκριση λέξεων και την κατανόηση γραμματικών δομών τα αποτελέσματα εμφάνισαν ίδιο επίπεδο στις δύο ομάδες παιδιών. Παρακάτω παρουσιάζονται τα ευρήματα αναλυτικά ανά τομέα.
Φωνολογία:Σύμφωνα με παρατηρήσεις κλινικών ψυχολόγων και Λογοπεδικών τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ παρουσιάζουν δυσκολίες στην ικανότητα άρθρωσης και ακουστικής κατανόησης ορισμένων φωνημάτων. Για το λόγο αυτό πολλά παιδιά παρακολουθούν πρόγραμμα Λογοθεραπείας κατά την προσχολική ηλικία. Ειδικότερα τα λάθη που συναντώνται είναι: εσφαλμένη προφορά ή παράλειψη ορισμένων φωνημάτων, δυσκολία στο να προφέρουν τις λέξεις με ομαλό ρυθμό, μπορεί να αντιστρέφουν φωνήματα ή ολόκληρες συλλαβές κατά την εκφορά των λέξεων και δυσκολία στην εκφορά συμφωνικών συμπλεγμάτων και πολυσύλλαβων λέξεων.
    Στα παιδιά αυτά εντοπίζεται ακόμη μία ιδιαιτερότητα που σχετίζεται με τον ρυθμό της ομιλίας τους και με την ποιότητα της φωνής τους , που διαφέρει από τα φυσιολογικά παιδιά. Υπάρχει περίπτωση να μιλούν είτε πολύ αργά είτε πολύ γρήγορα.  Οι δυσκολίες των παιδιών με ΔΕΠ-Υ προσχολικής ηλικίας στην άρθρωση συνήθως κάνουν την ομιλία τους δυσκατάληπτη (δύσκολη να κατανοηθεί από τον συνομιλητή) γεγονός που προκαλεί δυσαρέσκεια στο περιβάλλον του.
Σημασιολογία:Στον τομέα της σημασιολογίας τα αποτελέσματα που έχουν βρεθεί δεν είναι ξεκάθαρα. Οι Kim και Kaiser το 2000 βρήκαν ότι τα παιδιά με ΔΕΠ-Υ στην σχολική ηλικία δεν διέφεραν από τα τυπικώς αναπτυσσόμενα σε ότι αφορά την παραγωγή και την κατανόηση του λεξιλογίου.
Γραμματική:Ο τομέας της σύνταξης και της μορφολογίας σε παιδιά με ΔΕΠΥ δεν έχει μελετηθεί αρκετά. Το 1998 ερευνήθηκε η ικανότητα που έχουν τα παιδιά σχολικής ηλικίας με ΔΕΠΥ να κατανοούν περίπλοκες προτάσεις. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε από τους Korkman, Kirk και Kemp με την κλίμακα <<κατανόησης οδηγιών>> της δοκιμασίας <<αναπτυξιακή νευροψυχολογική αξιολόγηση .Τα τυπικώς αναπτυσσόμενα παιδιά είχαν εμφανώς καλύτερες επιδόσεις σε αντίθεση με τα παιδιά με ΔΕΠΥ. Πραγματολογία:Τα παιδιά με ΔΕΠΥ εμφανίζουν πολλές και διαφορετικές αδυναμίες στον τομέα αυτό. Ιδιαίτερα βάλλεται η ικανότητα της αφήγησης. Πιο συγκεκριμένα ,δεν μπορούν να εξάγουν το συμπέρασμα μέσα από την ανάλυση της αφήγησης και ποια γεγονότα είναι υπεύθυνα για ορισμένες εξελίξεις. Δυσκολεύονται πολύ στο να αναπαραστήσουν την ιστορία  και να βγάλουν κάποιο συμπέρασμα για αυτήν μέσα από την αφήγηση. Επίσης τα παιδιά με ΔΕΠΥ φαίνεται να δυσκολεύονται να καταλάβουν τα γεγονότα που συμβαίνουν στην ιστορία που τους αφηγείται. Δηλαδή δεν κατανοούν πως ένα συγκεκριμένο γεγονός επηρεάζει και αλλάζει την έκβαση μιας ιστορίας.  Στο επίπεδο της παραγωγής όπως έχει αναφερθεί παραπάνω τα παιδιά με ΔΕΠΥ μπορεί να μιλούν συνεχώς σε επίπεδο ελευθέρων συζητήσεων, ο λόγος τους όμως αλλάζει όταν πρέπει να μιλήσουν, αφού πρώτα σκεφτούν και οργανώσουν το λόγο τους προκειμένου να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του πλαισίου που τους έχει ζητηθεί. Ο λόγος τους τότε αλλάζει προς το χειρότερο, δηλαδή χάνει την ομαλή ροή του και γίνεται πολύ σύντομος με παύσεις. Τα παιδιά με ΔΕΠΥ δυσκολεύονται όταν χρειάζεται να περιγράψουν ή να αφηγηθούν ή γενικά να ανταποκριθούν σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο. Επιπλέον τα παιδιά αυτά δεν μπορούν να παραμείνουν συντονισμένοι στο θέμα συζήτησης για αρκετή ώρα και πολλές φορές μιλούν ακατάπαυστα για άσχετα θέματα, διακόπτουν τον συνομιλητή τους ή προσπαθούν με ομαλό τρόπο να αλλάξουν το θέμα συζήτησης και το φέρουν εκεί που τα ίδια επιθυμούν εκείνη την στιγμή. Για να λυθούν κάποια ερωτήματα, που έχουν δημιουργηθεί από τα προαναφερόμενα ή από αυθαίρετες σκέψεις, κρίνεται αναγκαίο να ευαισθητοποιηθεί ο καθένας με τον δικό του σωστό τρόπο, για το δικό του παιδί ή για κάποιον δικό του ενήλικα. Οι τρόποι για περισσότερες πληροφορίες είναι πολυάριθμοι, όπως η ανάγνωση ενός βιβλίου για κάποια διαταραχή στον ελεύθερο χρόνο των ενδιαφερόμενων, η αναζήτηση σε κάποια σχετική ιστοσελίδα στο διαδίκτυο από έναν ανήσυχο και προβληματισμένο γονέα που διέκρινε κάποια χαρακτηριστικά στο παιδί του, τα οποία αντιστοιχούν σε κάποια από τις πολλαπλές παιδικές διαταραχές, η επίσκεψη του γονέα σε έναν ειδικό για να καταπραΰνει τις προσωπικές του ανησυχίες και μετέπειτα των υπολοίπων και ο ατομικός αναλογισμός για την κλινική εικόνα που δείχνει το κάθε παιδί .Όμως ο τρόπος προσέγγισης για την οποιαδήποτε διαταραχή, πρέπει να χαρακτηρίζεται από έννοιες που εμπεριέχουν τον σεβασμό, την υπομονή και την αγάπη. Πηγή:www.eidikospaidagogos.gr

Στάδια Ανάπτυξης Λόγου και Ομιλίας

Το παιδί ξεδιπλώνει τις γλωσσικές ικανότητες του με το χρόνο. Όλα τα παιδιά είναι διαφορετικά μεταξύ τους και το κάθε ένα έχει το δικό του ρυθμό. Τα στάδια ανάπτυξης που περιγράφονται, βασίζονται στο μέσο όρο. Μην ανησυχείτε εάν το μωρό σας αποκλίνει από αυτόν το μέσο όρο. Εάν όμως παρατηρήσετε κάτι ανησυχητικό στην ανάπτυξή του, επικοινωνήστε με τον παιδίατρό σας. Για θέματα που αφορούν ειδικά την ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας μπορείτε να απευθυνθείτε για συμβουλές σε επαγγελματίες λογοθεραπευτές.
 
Ηλικία 0 – 6 μηνών
Τρομάζει με ήχους
Αναγνωρίζει ήχους
Εντοπίζει τον ήχο γυρνώντας το κεφάλι
Επαναλαμβάνει τους ίδιους ήχους
Συχνά ψιθυρίζει και βγάζει ευχάριστους ήχους
Μιμείται ήχους
Χρησιμοποιεί ήχους ή χειρονομίες για να υποδείξει ανάγκες
Χρησιμοποιεί διαφορετικό κλάμα για να εκφράσει διαφορετικές ανάγκες
Χαμογελάει όταν του μιλάνε
Χρησιμοποιεί τα φωνήματα /b/, /p/ και /m/ όταν μουρμουρίζει
Ποικίλει σε ύψος και ένταση η φωνή του
 
Ηλικία 7 – 12 μηνών
Καταλαβαίνει το ναι και το όχι
Καταλαβαίνει και αποκρίνεται στο όνομά του
Ακούει και μιμείται περισσότερους ήχους
Αναγνωρίζει λέξεις που σχετίζονται με συνηθισμένα αντικείμενα (π.χ. κούπα, παπούτσι, χυμός)
Χρησιμοποιεί μεγάλη ποικιλία ήχων όταν μουρμουρίζει
Μιμείται μερικούς ήχους ακόμη και όταν κλαίει μόνο για να προκαλέσει την προσοχή
Ακούει όταν του μιλάς
Αρχίζει να μετατρέπει το μουρμούρισμα σε ακατάληπτη γλώσσα
Παράγει μία ή περισσότερες λέξεις
Χρησιμοποιεί ουσιαστικά
Έχει εκφραστικό λεξιλόγιο 1 – 3 λέξεων
Κατανοεί απλές εντολές
 
Ηλικία 13 – 18 μηνών
Χρησιμοποιεί πρότυπα επιτονισμού ενηλίκων
Χρησιμοποιεί ηχολαλία και μη καταληπτή ομιλία (νεολογισμοί)
Παραλείπει μερικά αρχικά σύμφωνα και σχεδόν όλα τα τελικά σύμφωνα
Ακολουθεί απλές εντολές
Αναγνωρίζει 1 με 3 μέρη του σώματος
Έχει εκφραστικό λεξιλόγιο από 3 έως 20 ή περισσότερες λέξεις (κυρίως ουσιαστικά)
Συνδυάζει χειρονομίες και λόγο
Κάνει έκκληση για τα περισσότερα από τα αντικείμενα που επιθυμεί
 
Ηλικία 19 – 24 μηνών
Χρησιμοποιεί λέξεις πιο συχνά από ασυνάρτητη ομιλία (νεολογισμούς)
Είναι 25 – 50% κατανοητό στους ξένους
Αρχίζει να συνδυάζει ουσιαστικά και ρήματα
Αρχίζει να χρησιμοποιεί αντωνυμίες
Χρησιμοποιεί κατάλληλο χρωματισμό στη φωνή για τις ερωτήσεις
Απαντά στην ερώτηση «τι είναι αυτό;»
Διασκεδάζει ακούγοντας ιστορίες
Γνωρίζει 5 μέρη του σώματος
Ονομάζει επακριβώς μερικά οικεία αντικείμενα
Έχει εκφραστικό λεξιλόγιο 50 με 100 ή και περισσότερες λέξεις
Έχει αντιληπτικό λεξιλόγιο 300 ή περισσότερων λέξεων
 
Ηλικία 2 – 3 ετών
Ο λόγος είναι καταληπτός 50 – 75%
Συνεχίζει να ηχολαλεί όταν συναντά δυσκολίες στο λόγο
Καταλαβαίνει το «ένα» και τα «πολλά»
Εκφράζει την ανάγκη για τουαλέτα (πριν, κατά τη διάρκεια ή μετά)
Ζητάει αντικείμενα με το όνομά τους
Δείχνει τις εικόνες σε βιβλίο ονομάζοντάς τις
Αναγνωρίζει διάφορα μέρη του σώματος
Ακολουθεί απλές εντολές και απαντά σε απλές ερωτήσεις
Απολαμβάνει να ακούει μικρές ιστορίες, τραγούδια και ρυθμούς
Κάνει ερωτήσεις με 1 ή 2 λέξεις
Χρησιμοποιεί φράσεις 3 – 4 λέξεων, με Υποκείμενο – Ρήμα – Αντικείμενο
Χρησιμοποιεί μερικές προθέσεις, άρθρα, ρήματα στον ενεστώτα, ομαλό πληθυντικό και ανώμαλους τύπους στον αόριστο
Έχει αντιληπτικό λεξιλόγιο 500 ή 900 ή περισσότερων λέξεων
Έχει εκφραστικό λεξιλόγιο 50 έως 250 ή περισσότερων λέξεων (ραγδαία ανάπτυξη κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου)
Παρουσιάζει πολλαπλά γραμματικά λάθη
Καταλαβαίνει τα περισσότερα πράγματα από αυτά που λέγονται
Μιλάει με δυνατή φωνή
Χρησιμοποιεί τα φωνήεντα σωστά
Χρησιμοποιεί σωστά σύμφωνα σε αρχική θέση
Χρησιμοποιεί περίπου 27 φωνήματα
Χρησιμοποιεί το βοηθητικό «είναι»
Χρησιμοποιεί μερικά ομαλά ρήματα στον αόριστο, κτητικά μορφήματα, αντωνυμίες και προστακτική
 
Ηλικία 3 – 4 ετών
Καταλαβαίνει τη λειτουργία των αντικειμένων
Καταλαβαίνει διαφορές στις έννοιες (σταματώ – ξεκινώ, μέσα – έξω, μικρό – μεγάλο)
Ακολουθεί εντολές που αποτελούνται από 2 και 3 μέρη
Ρωτάει και απαντάει σε απλές ερωτήσεις (ποιος, τι, που, γιατί)
Συχνά κάνει ερωτήσεις και ζητά λεπτομέρειες στις απαντήσεις
Χρησιμοποιεί την ομιλία για να εκφράσει συναισθήματα
Χρησιμοποιεί 4 με 5 λέξεις στις προτάσεις
Αναγνωρίζει αντικείμενα με το όνομά τους
Χειρίζεται επιδέξια τους ενήλικες και παρατηρεί
Χρησιμοποιεί ουσιαστικά και ρήματα πιο συχνά
Έχει αίσθηση του παρελθόντος και του μέλλοντος
Έχει ένα αντιληπτικό λεξιλόγιο 1200 – 2000 λέξεων
Έχει εκφραστικό λεξιλόγιο 800 – 1500 λέξεων
Ο λόγος είναι 80% καταληπτός
Η γραμματική βελτιώνεται αν και κάποια λάθη επιμένουν
Κατάλληλη χρήση του «είμαι» και «είναι» στις προτάσεις
Βάζει δύο γεγονότα σε χρονολογική σειρά
Συμμετέχει σε συζητήσεις
Συνεπής χρήση ομαλού πληθυντικού, κτητικών αντωνυμιών και ρημάτων αορίστου
 
Ηλικία 4 – 5 ετών
Κατανοεί τις έννοιες των αριθμών έως το 3
Αναγνωρίζει 1 έως 3 χρώματα
Έχει αντιληπτικό λεξιλόγιο 2800 ή περισσότερων λέξεων
Έχει εκφραστικό λεξιλόγιο 900 έως 2000 ή περισσότερων λέξεων
Μετράει ως το 10 μηχανικά
Χρησιμοποιεί γραμματικά σωστές προτάσεις
Χρησιμοποιεί προτάσεις 4 έως 8 λέξεων
Απαντά σε σύνθετες ερωτήσεις που αποτελούνται από 2 μέρη
Ρωτά για ορισμούς λέξεων
Μιλά με μια συχνότητα 186 λέξεων ανά λεπτό περίπου
Μειώνεται ο συνολικός αριθμός των επαναλήψεων
Παράγει σύμφωνα με 90% ακρίβεια
Μειώνεται σημαντικά ο αριθμός των συνεχών ηχητικών παραλείψεων και των υποκατάστατων
Ο λόγος του είναι συνήθως καταληπτός από τους ξένους
Μιλά σχετικά με εμπειρίες στο σχολείο, σε σπίτια φίλων κτλ.
Αναμεταδίδει με ακρίβεια μια μεγάλη ιστορία
Δίνει προσοχή σε μια ιστορία και απαντά σε απλές ερωτήσεις σχετικά με αυτή
Χρησιμοποιεί κτητικές αντωνυμίες, μέλλοντα χρόνο και συγκριτικά μορφήματα στις προτάσεις
 
Ηλικία 5 – 6 ετών
Ονομάζει 6 βασικά χρώματα και 3 βασικά σχήματα
Ακολουθεί εντολές που αποτελούνται από 3 μέρη
Κάνει ερωτήσεις με το «πως»
Απαντά λεκτικά στο «Γεια» και στο «Τι κάνεις;»
Χρησιμοποιεί παρελθόντα χρόνο και μέλλοντα κατάλληλα
Χρησιμοποιεί συνδέσμους
Έχει αντιληπτικό λεξιλόγιο περίπου 13000 λέξεις
Ονομάζει τα αντίθετα
Ονομάζει διαδοχικά ημέρες της εβδομάδας
Μετρά ως το 30 μηχανικά
Ανταλλάσσει πληροφορίες και κάνει ερωτήσεις
Χρησιμοποιεί προτάσεις με λεπτομέρειες
Αναμεταδίδει με ακρίβεια μια ιστορία
Τραγουδά ολόκληρα τραγούδια και απαγγέλει παιδικά ποιηματάκια
Επικοινωνεί εύκολα με ενήλικες και άλλα παιδιά
 
Ηλικία 6 – 7 ετών
Ονομάζει κάποια γράμματα, αριθμούς και νομίσματα
Τοποθετεί κατά σειρά αριθμούς
Κατανοεί το «αριστερά» και το «δεξιά»
Χρησιμοποιεί αυξανόμενα πιο σύνθετες περιγραφές
Απασχολείται με συζητήσεις
Έχει αντιληπτικό λεξιλόγιο περίπου 20000 λέξεων
Χρησιμοποιεί προτάσεις 6 λέξεων περίπου
Κατανοεί τις περισσότερες έννοιες του χρόνου
Απαγγέλει το αλφάβητο
Μετράει ως το 100 μηχανικά
Χρησιμοποιεί περισσότερα μορφολογικά σημάδια καταλλήλως
Χρησιμοποιεί κατάλληλα την παθητική φωνή
Πηγή:www.selle.gr